Πολλά χρόνια πριν, μία νεαρή, έξυπνη και καλλιεργημένη γυναίκα εντοπίζει ανάμεσα στα οικογενειακά κειμήλια ένα χρυσοκέντητο κοντογούνι. Είναι ένα πανέμορφο κομμάτι από ελληνική, παραδοσιακή φορεσιά, που την εντυπωσιάζει με την αισθητική του και η εικόνα του που αποτυπώνεται βαθιά μέσα της. Δεν γνωρίζει όμως τίποτε περισσότερο γι’ αυτό, γιατί «δεν είµαι ούτε λαογράφος ούτε ενδυματολόγος», όπως θα δηλώσει πολύ αργότερα.
Αποφασίζει όμως με θέρμη να μάθει. Και πενήντα χρόνια αργότερα η Βικτωρία Καρέλια, επίτιμη πρόεδρος της Kαπνοβιομηχανίας Kαρέλια, θα μπορεί να δωρίσει στην πόλη που έζησε και αγάπησε, την Καλαμάτα, ένα ξεχωριστό μουσείο-κόσμημα, στο οποίο αναδεικνύεται με τον πλέον σύγχρονο και ελκυστικό τρόπο όλη η συλλογή, που έχει στο μεταξύ αποκτήσει. Γυναικείες και ανδρικές ενδυμασίες από όλες τις περιοχές της Ελλάδας, καθώς μεμονωμένα ενδυματολογικά εξαρτήματα, όπως οι χρυσοκέντητοι επενδύτες, τα χρυσοΰφαντα ανατολίτικα «καβάδια» και βέβαια τα κοσμήματα.
«Τα έργα της λαϊκής παράδοσης επιστρέφουν κάποτε στους λαούς που τα γέννησαν, ώστε να μπορούν ελεύθερα να τα θαυμάζουν, να τα εκτιμούν και να εμπνέονται και πάλι από αυτά», λέει σήμερα η ίδια.
Και προφανώς την ίδια γνώμη έχοντας, είχε φθάσει πριν από λίγες μέρες στην Καλαμάτα η καλλιτεχνική διευθύντρια του ιστορικού, γαλλικού οίκου Dior, Μαρία Γκράτσια Κιούρι καθώς και άλλα στελέχη του, συνοδευόμενοι από την σύζυγο του πρωθυπουργού Μαρέβα Μητσοτάκη, προκειμένου να δουν από κοντά την Συλλογή Ελληνικών Ενδυμασιών «Βικτωρία Γ. Καρέλια».
Κι όχι μόνον αυτό, αλλά για να εμπνευστούν για τον σχεδιασμό μιας νέας κολεξιόν, με αφορμή την επέτειο της συμπλήρωσης 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση. Είδηση πρώτου μεγέθους βέβαια για τον χώρο της μόδας παγκοσμίως και ευκαιρία να μυηθεί, με έναν άλλο τρόπο στην ελληνική ιστορία. Παρούσα φυσικά ήταν και η συλλέκτρια, που ξενάγησε τους επισκέπτες σε ένα προς ένα τα εκθέματα, όπως ένα προς ένα τα απέκτησε μέσα στο χρόνο.
Η αγάπη για την Καλαμάτα
«Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της πολιτισμικής ταυτότητας ενός τόπου βασίζεται στη διαφύλαξη, εξέλιξη και διάδοση του πολιτισμού, των γραμμάτων, των τεχνών και της λαϊκής παράδοσης και κληρονομιάς του», είναι μία από τις αρχές που πρεσβεύει, τηρεί και σέβεται το Ίδρυμα Γεωργίου και Bικτωρίας Kαρέλια με πρόεδρο σήμερα την ίδια. Η Βικτωρία – Μαργαρίτα ή Βίκυ Καρέλια όπως προτίμησε να την αποκαλούν, άρχισε να φτιάχνει τη συλλογή της όταν εγκαταστάθηκε στην Καλαμάτα, ύστερα από τον γάμο της με τον αμερικανοσπουδαγμένο στα οικονομικά Γιώργο Καρέλια. Κι εκείνος, παρ’ ότι γεννημένος στην Αθήνα, είχε εγκατασταθεί από το 1959 στην μεσηνιακή πόλη, αρχίζοντας την σταδιοδρομία του στην οικογενειακή επιχείρηση, που μετρούσε ήδη τότε, εβδομήντα χρόνια επιτυχημένης παρουσίας στην ελληνική οικονομία.
Βαθιά φιλότεχνος, ο Γεώργιος Kαρέλιας δεν έκρυψε ποτέ το ταλέντο του στη ζωγραφική και τη μεγάλη αγάπη του για το βιβλίο και την Ιστορία. Κάτι που αποδείχθηκε περίτρανα όσο ζούσε, υποστηρίζοντας κάθε προσπάθεια για την εκπαιδευτική, επιμορφωτική και βέβαια την οικονομική αναβάθμιση της Mεσσηνίας, όπου και παρέμεινε έως το θάνατό του, τον Aπρίλιο του 2000.
Στηρίζουμε ό,τι έχει ποιότητα, προχωράμε μπροστά με έρευνα και θέληση», ήταν ένα από τα πιστεύω του ίδιου και μ΄αυτό ως οδηγό είχε ιδρύσει από το 1993, μαζί με την σύζυγό του Βίκυ, το «Ίδρυμα Γεωργίου και Bικτωρίας Kαρέλια». Η συμβολή στην υλοποίηση δραστηριοτήτων με αντικείμενο την οικονομία, την εκπαίδευση, τον πολιτισμό, τα γράμματα, τις τέχνες, η διατήρηση της ελληνικής λαϊκής παράδοσης και κληρονομιάς και η ενίσχυση ανθρώπων που έχουν ανάγκη είναι και το όραμα και της Βίκυς Καρέλια, που συνεχίζει έκτοτε το έργο του συζύγου της. Έτσι, όσο κι αν οι υποχρεώσεις της στην επιχείρηση είναι πάντα μεγάλες, εκείνη διατηρεί σταθερά, έντονη δράση στο Ίδρυμα και στα προσωπικά της ενδιαφέροντα. Όπως είναι βέβαια η ελληνική λαϊκή παράδοση και κληρονομιά, αφού πιστεύει, ότι «όπου υπάρχει εξέλιξη και φλόγα για μόρφωση, σεβασμός και αγάπη για τη λαϊκή μας παράδοση, υπάρχει ζωή και ψυχή».
Το μικρόβιο του συλλέκτη
Μια γυναίκα δυναμική, δραστήρια, με ευαισθησία και πάθος για ό,τι κάνει, είναι η Βίκυ Καρέλια . Η ίδια δηλώνει υπέρμαχος της διατήρησης και διάδοσης της ελληνικής λαϊκής παράδοσης και κληρονομιάς, του πολιτισμού και των τεχνών. Αλλά και κάθε έργου, που αποβλέπει στην ποιότητα, στην αναβάθμιση και στην εξέλιξη της κοινωνίας με βάση τις αξίες του σεβασμού, της δημιουργίας και της ευγενούς άμιλλας. «Πιστεύω ότι η κινητήρια δύναµη του ανθρώπου είναι το όραµα της δημιουργίας, είτε πρόκειται για επιχειρήσεις, είτε για τον πολιτισµό, είτε για οτιδήποτε άλλο», όπως έχει πει σε μία συνέντευξή της. «Το επιχειρείν για εµένα και την οικογένειά µου ταυτιζόταν πάντοτε µε τη δηµιουργικότητα και γι’ αυτόν τον λόγο η εταιρεία µας υπήρξε επανειλημμένως πρωτοπόρα στη µακρά ιστορία της».
Το «μικρόβιο» του συλλέκτη, το απέκτησε, χωρίς καλά καλά να το αντιληφθεί, όπως η ίδια λέει, φαίνεται όμως πως ήταν αναπόφευκτο, καθώς το 1967 υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Λυκείου Ελληνίδων Καλαμάτας, του οποίου σήμερα είναι πρόεδρος. Η ενασχόλησή της με την ιματιοθήκη την οδήγησε στην αναζήτηση περισσότερων πληροφοριών και γνώσεων γύρω από το παραδοσιακό ένδυμα, καθώς, όπως έχει πει την κέντρισε από την αρχή η αισθητική της παραδοσιακής φορεσιάς. «Βλέπω µια οµορφιά, η οποία προέρχεται από τον εσωτερικό κόσµο των ανθρώπων που την έφτιαξαν και την φόρεσαν. Οι άνθρωποι αυτοί δεν είχαν τις δικές µας γνώσεις ή τα δικά µας µέσα, όµως ο εσωτερικός τους κόσµος ήταν πιο τακτοποιηµένος από τον δικό µας. Και αυτό γιατί είχαν ρίζες», έχει πει.
Το άλμα για την δημιουργία συλλογής ήταν έτσι εύκολο, κι αυτό έγινε το 1970 με την αγορά ενός μικρού αριθμού αυθεντικών φορεσιών. Όπως εξομολογείται η ίδια «στην αρχή αγόραζα φορεσιές από δύο γνωστούς παλαιοπώλες, τον Γιώργο Γκούτη και τον αείμνηστο Δημήτρη Ζούμα. Σιγά σιγά έγινε γνωστή η συλλεκτική μου δραστηριότητα. Γνώριζα εξάλλου από παλιά την οικογένεια Γιαννούκου που είχε το παλαιοπωλείο Antiqua στη Λεωφόρο Αμαλίας, από το οποίο αγόρασα τα αστικά και τους ντουλαμάδες. Τους είχα εμπιστοσύνη. Δεν πήγαινα σε χωριά να κάνω έρευνα. Δεν ήταν ο τύπος μου».
Κοπή πίτας της εταιρείας
Με τα χρόνια ωστόσο άλλαξε και η δική της ματιά απέναντι σ΄αυτές τις παραδοσιακές δημιουργίες. Κι ενώ αρχικά στρεφόταν κυρίως προς τα χρυσοκέντητα και αστικά ενδύµατα των αρχών του 20ού αιώνα, που είναι φτιαγµένα από πολύτιµα υλικά, δυτικής ή ανατολικής προέλευσης, στη συνέχεια και όσο εμβάθυνε στο αντικείμενο άρχισε να εκτιμά και τις απλούστερες μάλλινες φορεσιές, για το σοφό κόψιμό τους ώστε να αναδεικνύεται η γυναικεία σιλουέτα, τα κεντήματα – σύμβολα πάνω τους, τα φυλαχτά «εν ολίγοις τη λαϊκή σοφία, που µε πολύ ταπεινά υλικά κατάφερνε να δημιουργεί ένα εντυπωσιακό μωσαϊκό γεµάτο νοήματα».
Ο κατάλογος του μουσείου
Η συλλογή στο χώρο της
Σύνολο από 75 πλήρεις φορεσιές, από όλη την επικράτεια, που χρονολογούνται από τα μέσα του 19ου αιώνα ως το 1930 περίπου παρουσιάζονται, από το 2016 στο μουσείο της Καλαμάτας. Σ΄αυτά προστίθενται επίσης, χρυσοκέντητοι επενδύτες, εξαιρετικά δείγματα της τέχνης των «τερζήδων» (πλανόδιοι ραφτάδες) και βέβαια κοσμήματα, ενώ ένας αριθμός ακόμη, υπάρχει στις αποθήκες. Όλη η συλλογή εξάλλου της Βίκυς Καρέλια έχει δωριθεί στο Λύκειο Ελληνίδων Καλαμάτας ενώ στη συνέχεια ο δήμος παραχώρησε στο ιστορικό κέντρο της πόλης, το ωραίο νεοκλασικό, το οποίο ανακαινίσθηκε εκ βάθρων και μετατράπηκε σε μουσειακό χώρο από το Ίδρυμα Γεωργίου & Βικτωρίας Καρέλια, που υποστηρίζει και τη λειτουργία του.
Τα εκθέματα του μουσείου
Ιδιαίτερος, υποβλητικός και με έντονη θεατρικότητα είναι εξάλλου και ο τρόπος παρουσίασης της συλλογής, πολύ μακριά από τα καθιερωμένα μουσειακά πρότυπα. Το ίδιο και οι σύγχρονες τεχνολογίες, που έρχονται ως αρωγοί και όχι αντίπαλοι της παράδοσης, προκειμένου να αναδείξουν με τον ιδανικότερο τρόπο τα εκθέματα.
Τα εκθέματα του μουσείου
«Οραματιζόμαστε νέες οπτικές μέσα από τις οποίες θα μπορεί κανείς να προσεγγίσει την ελληνική ενδυμασία για να φτάσει στον πυρήνα της, που είναι η ακάματη μετατροπή του εσωτερικού κόσμου του λαού μας σε φως», όπως λέει η Βίκυ Καρέλια. «Μέσα σε ένα αφαιρετικό περιβάλλον, τα ενδύματα αποσχίζονται από το χρόνο και ανοίγονται στον καθαρό χώρο. Πραγματοποιείται, έτσι, μια μετάβαση από την κοινή ιστορική διάσταση σε μία διάσταση όπου έχουμε να κάνουμε με αξίες που θεωρούνται μόνο καθ’ αυτές, όπως είναι η ομορφιά».
Τα εκθέματα του μουσείου
Η κατάταξη των ενδυμασιών της έκθεσης ακολουθεί πάντως τον τυπολογικό διαχωρισμό, που είχε καθορίσει η μεγάλη λαογράφος Αγγελική Χατζημιχάλη: Είναι οι φορεσιές με σεγκούνι, οι φορεσιές με καβάδι και οι φορεσιές με φουστάνι. Στο ισόγειο έτσι, παρουσιάζονται οι τοπικές ενδυμασίες με σεγκούνι, που ήταν ο επενδύτης του αγροτικού και κτηνοτροφικού κόσμου της στεριανής Ελλάδας. Στον πρώτο όροφο οι ενδυμασίες των νομαδικών και ημινομαδικών πληθυσμών συναντούν τον ενδυματολογικό κόσμο των κοινοτήτων με εμπορικές και βιοτεχνικές δραστηριότητες, με τοπικές ενδυμασίες με καβάδι και αντερί. Και στον δεύτερο όροφο το φουστάνι – τσούκνα, που είναι σχηματική παραλλαγή της βυζαντινής δαλματικής (τουνίκας), συναντάται με την αναγεννησιακή του εκδοχή: τα πολύπτυχα δηλαδή, φουστάνια των παράλιων και νησιωτικών περιοχών με εμπορικές επαφές με τη Δύση.
Τα εκθέματα του μουσείου
Να σημειωθεί άλλωστε, ότι για όλα αυτά σημαντική ήταν η συμβολή της ενδυματολόγου και πρόεδρου του Πελοποννησιακού Λαογραφικού Ιδρύματος Ιωάννας Παπαντωνίου, που είχε την επιμέλεια της προετοιμασίας των εκθεμάτων.
Η αρχόντισσα της Καλαμάτας
«Nα ζεις τη ζωή, όχι μόνο να τη διαβαίνεις. Eίναι μεγάλη τέχνη να μπορείς να ενστερνίζεσαι τα ρεύματα κάθε εποχής, της κάθε γενιάς και να τα βιώνεις», ήταν μία από τις αρχές του Γιώργου Καρέλια, που και η σύντροφός του μετουσιώνει σε πράξεις. Με μεγάλη προσφορά στην εκπαίδευση και στον πολιτισμό, τα γράμματα και τις τέχνες, ακόμη και τις αρχαιολογικές ανασκαφές, οτιδήποτε αφορά την Μεσσηνία, το καλό του τόπου και των ανθρώπων του, που δικαιολογημένα έχουν αναδείξει την Βίκυ Καρέλια ως μέγα ευεργέτη. Το όνομα της «αρχόντισσας της Καλαμάτας», όπως την αποκαλούν, βρίσκεται έτσι πίσω από κάθε μεγάλη δωρεά στην πόλη.
Μόλις χθες ένα τρυφερό «ευχαριστώ» διατυπώθηκε από μαθητές και μαθήτριες σχολείου της Καλαμάτας προς την Καπνοβιομηχανία «Καρέλια» και «ιδιαιτέρως την κυρία Βίκυ Καρέλια για την ευγενέστατη και πολύτιμη επί διετία προσφορά τους προς το σχολείο μας», το οποίο όπως αναφέρουν, φαίνεται ότι κυριολεκτικά ανασυγκροτήθηκε χάρις στη δωρεά της. «Ένας τόπος για να πάει μπροστά χρειάζεται νέους με γερές βάσεις, γι΄αυτό ίσως ο πιο σημαντικός τομέας που πρέπει να υποστηρίξει μια κοινωνία είναι η εκπαίδευση», είναι η θέση άλλωστε του Ιδρύματος που έχει παραχωρήσει από το 2004 έως σήμερα 483 υποτροφίες, εντός και εκτός Ελλάδας.
Χώρος του μουσείου
Μερικούς μήνες πριν, τον περασμένο Απρίλιο εξάλλου, η εταιρεία δώρισε 50 υπερσύγχρονους, πλήρως εξοπλισμένους σταθμούς Μ.Ε.Θ. προς το υπουργείο Υγείας. Και από την άλλη όμως, λίγοι ίσως γνωρίζουν, ότι πριν από αρκετά χρόνια, το 2006, ο κατάλογος του Λούβρου απέκτησε και ελληνική μετάφραση των κειμένων του με την χορηγία της Καπνοβιομηχανίας Καρέλια και ενός ακόμη Έλληνα χορηγού.
Για την ίδια την Βίκυ Καρέλια ωστόσο, παρά την άκρως επιτυχημένη επιχειρηματική της διαδρομή στο τιμόνι της εταιρείας, ώσπου να παραδώσει την πρωτοκαθεδρία στους δύο γιους της, Ανδρέα και Στάθη φαίνεται ότι ένα μεγάλο μέρος από την καρδιά της έκλεψε αυτή η άλλη δραστηριότητα στην ελληνική, λαϊκή παράδοση και κληρονομιά. «Το ταξίδι μέσα στην παράδοση έγινε ένα με το ταξίδι της ζωής μου», όπως είχε πει σε μία βράβευσή της απάο το Λύκειο Ελληνίδων Ελλάδος.
ΠΗΓΗ: mononews.gr