«Καλωσορίζουμε την επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας στο Ιόνιο κι εσάς κύριε Μητσοτάκη σε μια ακόμα στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ » είπε ο Αλέξης Τσίπρας από το βήμα της Βουλής.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έκανε λόγο για απουσία κυβερνητικής στρατηγικής στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και αναφέρθηκε σε όσα καταλόγιζε η Νέα Δημοκρατία στην προηγούμενη κυβέρνηση όταν ανακοίνωσε την πρόθεσή της να επεκτείνει στα 12 ναυτικά μίλια τα χωρικά ύδατα στο Ιόνιο.
Τσίπρας: Η αναξιοπιστία στην εξωτερική πολιτική, δεύτερη φύση της κυβέρνησης
Παράλληλα, ο Αλέξης Τσίπρας υποστήριξε ότι η αναξιοπιστία στα θέματα εξωτερικής πολιτικής είναι «δεύτερη φύση» της κυβέρνησης κάνοντας εκτενή αναφορά στη στάση του Κυριάκου Μητσοτάκη στο ζήτημα της Συμφωνίας των Πρεσπών. « Αν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ υποχωρούσε στις ασφυκτικές πιέσεις του κυρίου Μητσοτάκη και της ακροδεξιάς και δεν είχε τη σοβαρότητα, την υπευθυνότητα, την αποφασιστικότητα, ακόμα και τη γενναιότητα να αποδεχτεί το πολιτικό και κομματικό κόστος, αντί στα βόρεια σύνορα της χώρας να έχουμε τώρα ένα φίλο, θα είχαμε έναν εχθρό. Κι αυτό καταλαβαίνει κανείς τι θα σήμαινε στις συνθήκες της επικίνδυνης τουρκικής προκλητικότητας. Θυμάστε, αλήθεια, κύριε Μητσοτάκη; Με τι ευκολία και εθνική επιπολαιότητα μας λέγατε σ’ αυτή την αίθουσα ότι η Συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί «εθνική ήττα που έχει ήδη ακυρωθεί στη συνείδηση του ελληνικού λαού και ένα εθνικό λάθος που προσβάλλει και την αλήθεια και την Ιστορία της πατρίδας μας»; Με τι ευκολία χειροκροτούσατε από αυτά εδώ τα έδρανα στις 25 Ιανουαρίου του 2019 τον κ Βορίδη, όταν αποκαλούσε τον ΣΥΡΙΖΑ «Κυβέρνηση εθνικής μειοδοσίας». Για μια συμφωνία που τώρα τηρείτε και τιμάτε. Και που κατά τον Υπουργό σας των Εξωτερικών αποκατέστησε πλήρως την Ιστορία », τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας.
«Στηρίζουμε τις διερευνητικές αλλά οι συνθήκες είναι αρνητικές»
Αναφορικά με την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών με την Τουρκία, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ υποστήριξε ότι οι συνθήκες υπό τις οποίες επανεκκινούνται είναι αρνητικές για τη χώρα . «Το μήνυμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι σαφές. Στηρίζουμε την επανεκκίνηση των διερευνητικών για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ με την προοπτική να επιτευχθεί μια έντιμη συμφωνία στη βάση του διεθνούς δικαίου, είτε διμερώς, είτε με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης», σημείωσε ο Αλέξης Τσίπρας καλώντας, παράλληλα, την κυβέρνηση να θέσει ξεκάθαρες κόκκινες γραμμές να είναι κάθετη απέναντι σε οποιαδήποτε συζήτηση για «γκρίζες ζώνες» ή «αποστρατιωτικοποιημένα νησιά» αλλά και απέναντι σε πιέσεις τρίτων για ζητήματα που αφορούν την κυριαρχία και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.
Τσίπρας: Θετικό βήμα η επέκταση στο Ιόνιο
«Η επέκταση των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο αποτελεί ένα θετικό βήμα για την Ελλάδα. Αν όμως δεν συνδυασθεί με την επιστροφή σε μια σοβαρή εθνική στρατηγική για τον διεθνή, ευρωπαϊκό και περιφερειακό ρόλο της χώρας, με κόκκινες γραμμές, αλλά και αποφασιστικότητα και σχεδιασμό για λύσεις βάσει του διεθνούς δικαίου, θα βρεθούμε μπροστά σε ακόμα χειρότερες εξελίξεις για τον ελληνικό λαό, από αυτές που είδαμε το 2020», κατέληξε ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Είχε προηγηθεί η τοποθέτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη
Η τοποθέτηση του Αλέξη Τσίπρα
Τα κυριότερα σημεία της τοποθέτησης του Αλέξη Τσίπρα
Καλωσορίζουμε την επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας στο Ιόνιο Και βεβαίως καλωσορίζουμε κι εσάς κύριε Μητσοτάκη σε μια ακόμα στρατηγική επιλογή της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Μετά τις Πρέσπες, τώρα τα χωρικά μας ύδατα στο Ιόνιο.
Θυμίζω, πως όταν η δική μας κυβέρνηση ανακοίνωσε αυτή τη θέση, τον Οκτώβριο 2018, τη λοιδορήσατε και την υπονομεύατε δημόσια. Και έτσι αποδεικνύεται ότι η αναξιοπιστία σας στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής δεν ήταν μια απλή σύμπτωση. Είναι η δεύτερή σας φύση.
Γιατί σε δύο κρίσιμα ζητήματα της εξωτερικής μας πολιτικής τα οποία με αίσθηση εθνικής ευθύνης ανοίξαμε, εσείς ενώ γνωρίζατε ότι ορθώς τα ανοίξαμε και ότι ήταν εθνικό όφελος η ολοκλήρωσή τους, εσείς τα πολεμήσατε και τα δύο με υποκριτικό μένος όσο ήσασταν στην αντιπολίτευση. Και όταν γίνατε κυβέρνηση κάνατε και στα δύο στροφή 180 μοιρών. Η προδοτική συμφωνία των Πρεσπών έγινε τώρα τόσο επωφελής για τα συμφέροντα της χώρας, ώστε να απαιτείτε από τη Βόρεια Μακεδονία την τήρησή της. Καλή τη πίστει μάλιστα, όπως λέτε στη σχετική δήλωσή σας. Ενώ οι σαρκασμοί και οι καταγγελίες για την επέκταση των χωρικών μας υδάτων, όταν ήσασταν αντιπολίτευση, δίνουν τώρα τη θέση τους στην υλοποίηση της μας στρατηγικής.
Θυμίζω με τι ευκολία ο τομεάρχης Εξωτερικών της ΝΔ, ο κ. Κουμουτσάκο, μας έλεγε (και το καταθέτω στα πρακτικά): «Έδωσαν τη δυνατότητα στην Τουρκία να επιμείνει στη γνωστή της θέση, ότι στο Αιγαίο δεν μπορεί να εφαρμοστεί πλήρως το δίκαιο της θάλασσας, διότι δήθεν πρόκειται για ειδική περίπτωση. Για μια ακόμη φορά η κυβέρνηση, με φθηνούς εντυπωσιασμούς, υποσκάπτει θεμελιώδεις θέσεις της εξωτερικής μας πολιτικής». Ο νυν Υπουργός Ανάπτυξης κ. Γεωργιάδης έλεγε πως είναι «μεγάλη ζημιά για τον τόπο, που ξεχώρισε το Ιόνιο από το Αιγαίο» η οποία «επιβεβαιώνει την τουρκική θέση». Ο νυν Υφυπουργός Παιδείας κ Συρίγος, έλεγε ότι είναι λάθος η εξαίρεση του Αιγαίου από το Ιόνιο και μας προέτρεπε να επεκτείνουμε άμεσα τα χωρικά ύδατα και εντός του Αιγαίου, στην Πελοπόννησο και την Κρήτη.
Θα συμφωνήσουμε όλοι νομίζω, ότι τα εθνικά θέματα, ιδιαίτερα το ακανθώδες πρόβλημα με τους Τούρκους, που το περιπλέκει και το καθιστά άκρως επικίνδυνο η προκλητική τακτική του Ερντογάν, απαιτεί μεγάλη προσπάθεια για συναινέσεις. Προσπάθεια που δηλώνω και από αυτό το βήμα ότι εμείς ως ΣΥΡΙΖΑ και εγώ προσωπικά καταβάλλουμε και θα συνεχίσουμε να καταβάλλουμε.
Έτοιμοι να στηρίξουμε όπου χρειαστεί την κυβέρνηση στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Με μια μόνο, απλή προϋπόθεση, που νομίζω ότι αποτελεί και απαίτηση κάθε λογικού πολίτη. Ότι η κυβέρνηση θα δείξει και θα αποδείξει ότι χειρίζεται τα εθνικά θέματα, τα ελληνοτουρκικά πρωτίστως, με εθνική σοβαρότητα. Με εθνική υπευθυνότητα. Όχι μικροκομματική, κομματική, επικοινωνιακή, όπως έγινε δυστυχώς πολλές φορές στο πρόσφατο παρελθόν.
Δεύτερο που θέλω να καταθέσω: Όλοι ξέρουμε ότι τον αποφασιστικό λόγο στον χειρισμό των εθνικών θεμάτων τον έχει ο πρωθυπουργός. Και στο σημείο αυτό θέλω να είμαι ειλικρινής: Ανησυχώ. Ανησυχούμε ως αξιωματική αντιπολίτευση. Λόγος της ανησυχίας μας είναι πρώτα-πρώτα το ιστορικό του κυρίου Μητσοτάκη. Και αναφέρομαι εδώ κυρίως στον τρόπο με τον οποίο πολύ πρόσφατα, σε ένα μείζον εθνικό θέμα, όπως το θέμα των σχέσεων με τη Βόρεια Μακεδονία, και του ονόματός της, δεν δίστασε, ενώ ήξερε ότι η στάση του ήταν αντίθετη με το εθνικό συμφέρον, να υιοθετήσει και να εκμεταλλευτεί, αν όχι και να προκαλέσει, κλίμα εμφυλίου. Τις εικόνες που είδαμε στο Καπιτώλιο, τις είδαμε και στις διαδηλώσεις για το Μακεδονικό. Βουλευτές δέχονταν απειλές και διάφοροι βάνδαλοι πυρπολούσαν τις οικείες τους.
Αν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ υποχωρούσε στις ασφυκτικές πιέσεις του κυρίου Μητσοτάκη και της ακροδεξιάς και δεν είχε τη σοβαρότητα, την υπευθυνότητα, την αποφασιστικότητα, ακόμα και τη γενναιότητα να αποδεχτεί το πολιτικό και κομματικό κόστος, αντί στα βόρεια σύνορα της χώρας να έχουμε τώρα ένα φίλο, θα είχαμε έναν εχθρό. Κι αυτό καταλαβαίνει κανείς τι θα σήμαινε στις συνθήκες της επικίνδυνης τουρκικής προκλητικότητας.
Θυμάστε, αλήθεια, κύριε Μητσοτάκη; Με τι ευκολία και εθνική επιπολαιότητα μας λέγατε σ’ αυτή την αίθουσα ότι η Συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί «εθνική ήττα που έχει ήδη ακυρωθεί στη συνείδηση του ελληνικού λαού και ένα εθνικό λάθος που προσβάλλει και την αλήθεια και την Ιστορία της πατρίδας μας»; Με τι ευκολία χειροκροτούσατε από αυτά εδώ τα έδρανα στις 25 Ιανουαρίου του 2019 τον κ Βορίδη, όταν αποκαλούσε τον ΣΥΡΙΖΑ «Κυβέρνηση εθνικής μειοδοσίας». Για μια συμφωνία που τώρα τηρείτε και τιμάτε. Και που κατά τον Υπουργό σας των Εξωτερικών αποκατέστησε πλήρως την Ιστορία.
Λόγος της ανησυχίας μας είναι τέλος η ασάφεια γύρω από τις διερευνητικές. Με ποια ατζέντα; Ποιους στόχους; Ποιες επιδιώξεις, θα πάμε σ’ αυτές; Πώς θα αντιμετωπίσουμε τη στρατηγική Ερντογάν, που αξιοποιώντας στο έπακρο την στάση Πόντιου Πιλάτου της Ευρώπης, επιχειρεί να δημιουργήσει τετελεσμένα εις βάρος των εθνικών μας συμφερόντων; Τι κινήσεις γίνονται στο παρασκήνιο και στο προσκήνιο για να εξασφαλίσουμε κάποιες συμμαχίες στην Ευρώπη και γενικότερα; Όλα αυτά παραμένουν θολά.
Στις συνθήκες αυτές, ασκώντας κριτική και εκφράζοντας τους φόβους ενός μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας, δεν πρόκειται σε καμιά περίπτωση και όσο μας αφορά να μετατρέψουμε ένα μείζον, κρίσιμο, εθνικό θέμα, σε εθνικιστική και έξαλλη πασαρέλα τύπου Πρεσπών, όπως έκαναν ο κύριος Μητσοτάκης και οι τότε συνοδοιπόροι του. Δεν έχω κανένα δισταγμό να επαναλάβω εδώ, ότι παραμένουμε έτοιμοι να συμβάλουμε στην αναγκαία συναίνεση.
Καλώ τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση, να ξεφύγουν από την ασάφεια, από το καταστροφικό «βλέποντας και κάνοντας», και να προτείνετε ένα σαφή οδικό χάρτη αντιμετώπισης των τουρκικών προκλήσεων, με διπλωματικά μέτρα, με διεθνείς πρωτοβουλίες, αλλά και με όλα τα μέσα άμυνας, πρόληψης και απάντησης. Με σαφείς εθνικές κόκκινες γραμμές.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχετε στρατηγική, ούτε για το πώς θα προασπίσετε τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, ούτε πώς θα επιλύσετε τις διαφορές μας με τις γειτονικές μας χώρες
Κάνατε 8 μήνες να ζητήσετε κυρώσεις, με τους Υπουργούς σας να διατυμπανίζουν ότι οι κυρώσεις δεν αποτελούν προτεραιότητα. Μετά, υπογράψατε – ορθώς- την ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία ΑΟΖ, αλλά χωρίς να διασφαλίσετε ότι θα παραμείνει κοντά στις θέσεις μας η Γερμανία, με αποτέλεσμα για 4 μήνες να είναι απέναντί μας στην υιοθέτηση μηχανισμού κυρώσεων. Την ίδια στιγμή δε, που διεκδικούσατε κυρώσεις για παραβίαση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων και το Oruc Reis όργωνε την περιοχή, εσείς αποδυναμώνατε τις θέσεις μας λέγοντας δημόσια ότι δεν πραγματοποιούνται έρευνες και στέλνοντας συγκεχυμένα μηνύματα.
Εσείς στο άρθρο σας σε τρεις αλλοδαπές εφημερίδες στις 9.9.2020 μιλούσατε για έρευνες σε «μη οριοθετημένες θαλάσσιες ζώνες», ενώ την ίδια στιγμή, το Υπουργείο Εξωτερικών μιλούσε για παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων «εντός της υφαλοκρηπίδας μας», και χθες ο κ Δένδιας μας είπε ότι «η θέση της χώρας μας ως προς την ελληνική υφαλοκρηπίδα διατυπώνεται από τον Νόμο Μανιάτη».
Και βέβαια, ενώ διατυμπανίζατε παντού ότι η Ελλάδα θα προασπίσει την κυριαρχία και τα κυριαρχικά της δικαιώματα, ο κ Γεραπετρίτης έλεγε ότι η κόκκινη γραμμή μας είναι μόνο η κυριαρχία μας – άρα μόνο τα χωρικά μας ύδατα στα 6 μίλια. Και όταν εμείς υπογραμμίζαμε ότι ο μόνος τρόπος να προασπίσεις ένα δικαίωμα που παραβιάζεται είναι να το ασκήσεις και προτείναμε την επέκταση των χωρικών υδάτων νοτίως και ανατολικά της Κρήτης, ο κ Γεραπετρίτης μιλούσε για «εύκολους λεονταρισμούς» και κ Χρυσοχοΐδης χαρακτήριζε την πρότασή μας «εθνικιστική». Και εξακολουθείτε ακόμα και σήμερα να στέλνετε αντιφατικά μηνύματα και μάλιστα κατόπιν εορτής. Όπως ακούσαμε από τον ΥΠΕΞ χθες, η Κυβέρνηση σχεδιάζει επέκταση των χωρικών υδάτων νοτίως και ανατολικά της Κρήτης, χωρίς να διευκρινίζει πότε. Τελικά ποια είναι η γραμμή σας; Η γραμμή Δένδια ή η γραμμή Γεραπετρίτη;
Ο χρόνος που ασκείτε ένα δικαίωμα έχει μεγάλη σημασία. Γιατί όταν σας λέγαμε εμείς να το κάνετε, το Oruc Reis απειλούσε και βρισκόταν στην περιοχή. Είχε μεγάλη σημασία να το κάνετε τότε.
Ως προς τις διερευνητικές, οι συνθήκες υπό τις οποίες επανεκκινούνται είναι αρνητικές για τη χώρα μας. Και δυστυχώς, ο τρόπος που χειριστήκατε την τουρκική επιθετικότητα το 2020 – οι αντιφάσεις, τα αντικρουόμενα μηνύματα, η έλλειψη στρατηγικής- είναι ο κυριότερος λόγος για αυτό. Το μήνυμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι σαφές. Στηρίζουμε την επανεκκίνηση των διερευνητικών για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ με την προοπτική να επιτευχθεί μια έντιμη συμφωνία στη βάση του διεθνούς δικαίου, είτε διμερώς, είτε με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Η Ελλάδα, όμως, πρέπει να είναι κάθετη απέναντι σε οποιαδήποτε συζήτηση για δήθεν «γκρίζες ζώνες» ή «αποστρατιωτικοποιημένα νησιά». Πρέπει να είναι κάθετη απέναντι σε πιέσεις τρίτων για ζητήματα που αφορούν την κυριαρχία και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Αυτή είναι η θέση μας και παρακαλώ αξιοποιήστε την.