*του Αλέξη Χαρίτση Βουλευτή Μεσσηνίας -Τομεάρχη Ανάπτυξης ΣΥΡΙΖΑ που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ΠΑΡΟΝ”
Σε μια περίοδο που όλος ο αναπτυγμένος κόσμος συζητά πλέον για την επιστροφή του δημοκρατικού προγραμματισμού και του κοινωνικού κράτους, τον αναβαθμισμένο ρόλο των δημοσίων επενδύσεων και τα αδιέξοδα της προσήλωσης στο “αόρατο χέρι της αγοράς», θα περιμέναμε από την Κυβέρνηση ένα σχέδιο για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης βασισμένο σε αναπτυξιακές πολιτικές που θα αφορούν το σύνολο της κοινωνίας, με αυξημένη τη σημασία των δημόσιων πολιτικών για την ανάπτυξη και έμφαση στην κοινωνική συνοχή. Αντίθετα, τo Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Ελλάδα που παρουσίασε πρόσφατα η κυβέρνηση, απέχει πολύ από το αποτελέσει ένα συνεκτικό, ολοκληρωμένο σχέδιο. Είναι ένα κείμενο παράθεσης έργων το οποίο δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται την ανάγκη να αξιοποιηθεί αυτή η ιστορική ευκαιρία για τον συνολικότερο μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας.
Βασισμένη στην εκπεφρασμένη άλλωστε θέση της ότι το Κράτος δεν μπορεί να σχεδιάζει, η κυβέρνηση απέφυγε να εμπλακεί σε μια οργανωμένη διαδικασία διαλόγου με τους παραγωγικούς φορείς, τους επιχειρηματικούς κλάδους, τους κοινωνικούς εταίρους, τα επιστημονικά επιμελητήρια, τις περιβαλλοντικές οργανώσεις, σχεδίασε εν κρυπτώ ένα κείμενο – κονσέρβα, αντιμετωπίζοντας το Ταμείο Ανάκαμψης με τον παλιό, «καλό» τρόπο που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία. Το Σχέδιό της δεν περιέχει συνολικούς αναπτυξιακούς, κοινωνικούς, οικονομικούς στόχους, ούτε τομεακές και κλαδικές στοχεύσεις. Δεν αναφέρεται στο κοινωνικό κράτος. Δεν νοιάζεται για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Δεν έχει ως άξονα την καταπολέμηση της ανισότητας, την καταπολέμηση της ανεργίας, την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας. Δεν ασχολείται καν με τις περιφερειακές και ενδοπεριφερειακές ανισότητες, τα ιδιαίτερα προβλήματα αλλά και τις δυνατότητες κάθε περιοχής της χώρας.
Η κυβέρνηση ανακυκλώνει ένα παρωχημένο και αποτυχημένο μοντέλο ανάπτυξης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο τρόπος διαχείρισης των δανείων 12,7 δισ. που δικαιούται η χώρα μας. Επιλέγει την ενίσχυση των συστημικών τραπεζών, οι οποίες θα εγκρίνουν τα ιδιωτικά επενδυτικά σχέδια αποκλειστικά με τραπεζικά κριτήρια. Με απλά λόγια, τα δάνεια θα πάνε μόνο στους ισχυρούς παίκτες, αποκλείοντας τόσο τις παραδοσιακές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που δεν πληρούν τα κριτήρια για τραπεζικό δανεισμό, όσο και τις καινοτόμες, νεοφυείς επιχειρήσεις, που πρέπει να περιοριστούν στα μόλις 500 εκ ευρώ που θα λάβει η Αναπτυξιακή Τράπεζα. Αποκλείονται δηλαδή από την χρηματοδότηση ακριβώς αυτά τα στρώματα που θα έπρεπε πρωταγωνιστήσουν στην προσπάθεια για μακροπρόθεσμη και βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας.
Σε μια χώρα που βουλιάζει ξανά στην κρίση, όπου οι επιχειρήσεις κλυδωνίζονται και οι άνεργοι έχουν φτάσει τους 1.100.000, η κυβέρνηση υπόσχεται την δημιουργία 180.000 θέσεων εργασίας, κι αυτές σε βάθος εξαετίας. Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, υπενθυμίζω ότι ανάμεσα στο 2015 και στο 2019, σε συνθήκες σκληρής μνημονιακής επιτροπείας και με ξεκάθαρα πιο περιορισμένους πόρους, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δημιούργησε 370.000 νέες θέσεις εργασίας.
Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ κινείται στον αντίποδα της κυβέρνησης. Εκκινεί από το κατεπείγον του σήμερα, έχει το βλέμμα στην “επόμενη μέρα” της πανδημία και διαπνέεται από την αρχή ότι το κράτος μπορεί και έχει υποχρέωση να σχεδιάζει, λειτουργώντας έτσι ως εμβρυουλκός και για την επενδυτική προσπάθεια του ιδιωτικού τομέα. Το δικό μας πρόγραμμα κοινωνικής ανασυγκρότησης και οικονομικού μετασχηματισμού περιέχει σαφείς στόχους, το δημόσιο συμφέρον στο τιμόνι, κλαδικές και τομεακές εξειδικεύσεις. Προωθεί την στροφή σε παραγωγικές επενδύσεις και την συμπληρωματική αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων: του Ταμείου Ανάκαμψης, του ΕΣΠΑ, του Αναπτυξιακού Νόμου και της Αναπτυξιακής Τράπεζας.
Θέτουμε σε προτεραιότητα την κινητοποίηση του καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού και την στήριξη της μικρομεσαίας επιχείρησης που θεωρούμε ισότιμο παραγωγικό εταίρο. Την πράσινη μετάβαση με δίκαιο τρόπο, με συμμετοχή αγροτών, μικρομεσαίων και νοικοκυριών στην παραγωγή καθαρής ενέργειας, την περιφερειακή διάσταση της ανάπτυξης και την ενίσχυση των τοπικών αλυσίδων αξίας. Την απλοποίηση και τον εκσυγχρονισμό των διαδικασιών του δημοσίου τομέα και στη συνέχεια την ψηφιοποίησή τους – και όχι απλά την ψηφιοποίηση της γραφειοκρατίας. Την ρύθμιση της αγοράς εργασίας με συλλογικές συμβάσεις και την ενίσχυση των μισθών. Κυρίως, την μείωση των ανισοτήτων και της ανασφάλειας μέσω της ενίσχυσης του ενιαίου και καθολικού κοινωνικού κράτους – της παιδείας, της υγείας, της πρόνοιας.
Δεν πρέπει να επιτρέψουμε το Ταμείο Ανάκαμψης να είναι μια ακόμα χαμένη ευκαιρία για την χώρα. Αντίθετα από την κυβέρνηση που έχει επιλέξει να σχεδιάσει την πρότασή της για το Ταμείο Ανάκαμψης ερήμην της κοινωνίας, ακριβώς γιατί σχεδιάζει και να το υλοποιήσει ερήμην της κοινωνίας, το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ απαντά στις πραγματικές, ζωτικές ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας στη μετα-κορονοϊό εποχή.