Σε κλοιό ιώσεων βρίσκεται η χώρα με τα κρούσματα να αυξάνουν διαρκώς, ενώ η πρώτη καμπή αυτού του μεγάλου κύματος δεν αναμένεται νωρίτερα από τα τέλη Φεβρουαρίου.
Το άνοιγμα των σχολείων, σύμφωνα με τους επιστήμονες, επιβάρυνε περισσότερο την κατάσταση με τη γρίπη Α (Η1Ν1), πλέον, να σαρώνει στον μαθηματικό πληθυσμό και να μεταφέρεται και στους ενήλικες. Ταυτόχρονα με τη γρίπη, ο κορωνοϊός συνεχίζει να δίνει κρούσματα χωρίς ωστόσο να ανησυχεί τους επιστήμονες και την εικόνα συμπληρώνει ο συγκυτιακός ιός (RSV) που ξεκινά πλέον δυναμικά την παρουσία του στην κοινότητα καθώς και πλήθος άλλων ιών.
«Παραμένουμε σε εγρήγορση αλλά δεν ανησυχούμε»
«Το στέλεχος Η1Ν1 έχει χαρακτηριστικά ικανά να δώσει πανδημικούς δείκτες επιδημιολογικά. Πλην, όμως, επειδή το έχουμε από το 2009 το ανοσοποιητικό μας γνωρίζει πως να το αντιμετωπίσει έως ένα βαθμό. Αυτό είναι το θετικό της υπόθεσης. Το αρνητικό είναι ότι οι δείκτες εμβολιασμού, με εμβόλια που περιέχουν αυτό το στέλεχος, δυστυχώς είναι πολύ χαμηλοί», αναφέρει στο iefimerida.gr ο Νίκος Τζανάκης, Ομότιμος Καθηγητής Πνευμονολογίας.
Όσον αφορά στον κορωνοϊό, ο ειδικός σημειώνει ότι «παρότι το φθινόπωρο το στέλεχος που ανακαλύφθηκε ξέφευγε τελείως της ανοσίας και υπήρχε ανησυχία, εντούτοις ο ιός δεν εκφράστηκε κλινικά με δύσκολα περιστατικά, διασωληνώσεις κ.α. Ωστόσο, θα συνεχίσει να μας παρενοχλεί και παραμένει ένα κακό στέλεχος για ηλικιωμένους και ανθρώπους με υποκείμενα νοσήματα».
Ταυτόχρονα, ο συγκυτιακός ιός (RSV), σύμφωνα με τους επιστήμονες, τώρα ξεκινά να εξαπλώνεται. «Πρόκειται για έναν ιό που κάνει γριπώδη συνδρομή και βαριά λοίμωξη σχεδόν ταυτόσημη με τη γρίπη και βεβαίως έχουμε και τον μεταπνευμονοιό, που τον γνωρίζουμε από πολύ παλιά και ο οποίος κάνει και αυτός μια βαριά λοίμωξη. Ωστόσο και τους δυο ιούς του γνωρίζει το ανοσοποιητικό μας και δεν έχουμε δυνατότητες πανδημικής κρίσης», προσθέτει ο κ. Τζανάκης.
800.000 με 1.200.000 Έλληνες αυτή τη στιγμή με γριπώδη συνδρομή
Ο ίδιος, μάλιστα, τονίζει ότι από τις προσομοιώσεις που γίνονται αυτή τη στιγμή στο Εργαστήριο Επιδημιολογίας της Κρήτης στο οποίο είναι επικεφαλής προκύπτει ότι «αυτή τη στιγμή 800.000 με 1.200.000 Έλληνες πρέπει να έχουν γριπώδη συνδρομή. Δηλαδή, σχεδόν 1 στους 10. Η αυξητική τάση στις ιώσεις θα διαρκέσει και τον Φεβρουάριο, στα τέλη του οποίου αναμένεται μία κάμψη του αριθμού των κρουσμάτων».
Από την πλευρά του, ο Καθηγητής Πνευμονολογίας και μέλος της Επιτροπής Εξέτασης Χορήγησης Αντιικών Φαρμάκων κατά της Covid-19, Στέλιος Λουκίδης, αναφέρει ότι «κρίνοντας από το παρελθόν, το πικ του φαινομένου είναι συνήθως στο δεύτερο 15νθήμερο του Ιανουαρίου με αρχές Φεβρουαρίου».
Η εικόνα που παρουσιάζουν οι ιώσεις στη χώρα μας ήταν λίγο πολύ προδιαγεγραμμένη μετά τον χειμώνα που είχε η Αυστραλία, όπου επικράτησε η γρίπη τύπου Α, αλλά και Μεγάλη Βρετανία στα τέλη του περασμένου Νοεμβρίου. «Αναλόγως και στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή υπερέχει σε κρούσματα η γρίπη τύπου Α ενώ κυκλοφορούν και άλλες ιώσεις», σημειώνει ο κ. Λουκίδης. Σε ότι αφορά στην covid-19 συμπληρώνει με νόημα ότι «πέρυσι τέτοια μέρα βλέπαμε στην επιτροπή αντιικών φαρμάκων για τον covid-19 περίπου 2.000 αιτήσεις. Φέτος, είναι 500. Δηλαδή, τα κρούσματα κορωνοϊού παρουσιάζουν μία πτώση της τάξης του 70%».
Τα εμβόλια και η αντιική θεραπεία ισχυρά όπλα στα χέρια των πολιτών
Σε κάθε περίπτωση ο Καθηγητής Πνευμονολογίας συστήνει σε όσους διαγνωστούν με γρίπη να απευθυνθούν στον θεράποντα ιατρό τους και να λάβουν την κατάλληλη θεραπεία. «Καλό είναι όσοι είναι άνω των 60 ετών με ή χωρίς υποκείμενα νοσήματα να λάβουν αντιικά φάρμακα σε περίπτωση νόσησης. Υπάρχει γρήγορο τεστ ανίχνευσης του ιού της γρίπης αλλά και φαρμακευτική αγωγή. Δεν βλέπω τον λόγο γιατί να μην προλάβουμε δυσάρεστες καταστάσεις. Αυτό που βλέπουμε στις εισαγωγές στο Αττικό νοσοκομείο είναι ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών είναι ανεμβολίαστοι. Όσοι δεν έχουν εμβολιαστεί να σπεύσουν ακόμη και τώρα», λέει ο ειδικός.
Τέλος, από την πλευρά του ο Νίκος Τζανάκης σχολιάζει ότι τα κράτη και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) «θα πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειες επιτήρησης ώστε πάρα πολύ γρήγορα να γνωρίζουμε την κατάσταση και να είμαστε έτοιμοι σε μια επόμενη πιθανή πανδημία».