Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ενέκρινε το εμβόλιο της Novavax για τον κορωνοϊό, μια πιο κλασική τεχνολογία από όσα χρησιμοποιούνται ήδη ευρέως στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (EMA) ενέκρινε ήδη χθες, Δευτέρα, την κυκλοφορία του εμβολίου, του Nuvaxovid. Σε μια ανακοίνωση, ο ΠΟΥ ανέφερε πως πρόκειται για το δέκατο εμβόλιο κατά της Covid για το οποίο δίνεται άδεια επείγουσας χρήσης.
Προστίθεται στα εμβόλια κατά της Covid, Covaxin της ινδικής Bharat Biontech, Covovax που παράγεται από Serum Institute of India με άδεια της αμερικανικής Novovax, Pfizer-Biontech, Moderna, AstraZeneca (ο ΠΟΥ υπολογίζει δύο εμβόλια AZ, το ένα από τα οποία παρασκευάζεται στην Ινδία), Johnson&Johnson, Sinopharm και Sinovac που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των εμβολίων που αδειοδοτήθηκαν για επείγουσα χρήση.
Ο ΠΟΥ διευκρινίζει πως το Covovax, το οποίο ενέκρινε για επείγουσα χρήση στις 17 Δεκεμβρίου, προέρχεται από το Nuvaxovid. Τα δύο εμβόλια «παρασκευάζονται με τη βοήθεια των ίδιων τεχνολογιών». «Απαιτούν δύο δόσεις και είναι σταθερά σε θερμοκρασίες ψυγείου μεταξύ 2 και 8 βαθμών Κελσίου», ανέφερε ο Οργανισμός.
Σε ξεχωριστή ανακοίνωση, η επιτροπή των ειδικών για τον εμβολιασμό του ΠΟΥ συνιστούν τη χρήση του Nuvaxovid για τους άνω των 18 ετών και αναφέρουν πως οι δόσεις πρέπει να χορηγούνται «με απόσταση τριών έως τεσσάρων εβδομάδων».
«Το εμβόλιο δεν πρέπει να χορηγείται σε διάστημα μικρότερο των τριών εβδομάδων»
«Το εμβόλιο δεν πρέπει να χορηγείται σε διάστημα μικρότερο των τριών εβδομάδων», αναφέρουν.
Η έγκριση από τον ΠΟΥ διευκολύνει τη διεθνή αναγνώριση του εμβολίου και κυρίως τη χρήση του από τις υπηρεσίες του ΟΗΕ και του συστήματος Covax -που δημιουργήθηκε προκειμένου να διευκολύνει την πρόσβαση των πιο φτωχών χωρών στον εμβολιασμό. Το Nuvaxovid είναι ένα εμβόλιο με βάση πρωτεΐνες που προκαλούν ανοσοαπόκριση, χωρίς ιό.
Η τεχνολογία, που είναι πιο κλασική από εκείνη εμβολίων που είχαν εγκριθεί νωρίτερα, είναι παρόμοια με εκείνη των εμβολίων κατά της ηπατίτιδας Β και του κοκκύτη, που δημιουργήθηκαν πριν από πολλές δεκαετίες και χρησιμοποιούνται ευρέως σε όλο τον κόσμο.
Οι κύριες κλινικές έρευνες -μία στη Βρετανία και η άλλη στις ΗΠΑ και στο Μεξικό- με τη συμμετοχή περισσότερων από 45.000 ανθρώπων, έδειξαν περίπου 90% αποτελεσματικότητα στη μείωση των περιπτώσεων συμπτωματικής Covid.