*Της Ελίζας Βόζεμπεργκ
Η επικείμενη άτυπη πενταμερής διάσκεψη με πρωτοβουλία του ΟΗΕ ανοίγει το δρόμο για τα επόμενα βήματα στο Κυπριακό, 47 χρόνια μετά τη de facto διχοτόμηση της Κύπρου.
Πάγια θέση και βασική προτεραιότητα της ελληνικής πλευράς είναι ο τερματισμός της τουρκικής κατοχής και η εξεύρεση μιας βιώσιμης και λειτουργικής λύσης, γιατί το Κυπριακό αποτελεί ένα εθνικό ζήτημα μείζονος σημασίας και η επίλυσή του οφείλει να είναι μία πράξη δικαιοσύνης προς τον κυπριακό λαό.
Μάλιστα σε αυτήν την κατεύθυνση κινείται η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας, που εκδόθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2020 με αφορμή το άνοιγμα των Βαρωσίων και ήρθε να επαναβεβαιώσει τη θέση που διατυπώθηκε σε προηγούμενα Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, σύμφωνα με τα οποία μόνη βιώσιμη λύση για το Κυπριακό είναι η διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα.
Στις ανωτέρω αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών, τις οποίες μάλιστα στηρίζει ευθέως το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, παραμένουν προσηλωμένες Αθήνα και Λευκωσία υποστηρίζοντας ένα Κράτος, μία κυριαρχία και μία ιθαγένεια, με ταυτόχρονη διασφάλιση της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Αυτό μπορεί και πρέπει να αποτελέσει όχι μόνο ένα δεσμευτικό πλαίσιο επίλυσης, αλλά και τη βάση για την εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου στο σύνολο της κυπριακής επικράτειας. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μαργαρίτης Σχοινάς, όσοι μιλούν για δύο Κράτη δεν ρώτησαν την Ευρωπαϊκή Ένωση και το βασικό ζητούμενο για την Ευρώπη είναι η επανενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία ως ένα κράτος μέλος της ΕΕ και της Ευρωζώνης.
Ας μην ξεχνάμε ότι η Κύπρος εντάχθηκε στην ΕΕ ως ενιαίο κράτος και δεν μπορεί να υπάρξουν δύο ανεξάρτητα κράτη ή μια πολύ χαλαρή συνομοσπονδία, που θα δημιουργούσε πρόβλημα στη λειτουργία της Ε.Ε. Γιατί το τελευταίο που θα επιθυμούσε η ευρωπαϊκή ηγεσία είναι να αποκτήσει λόγο και βέτο η Τουρκία εντός της ΕΕ με δούρειο ίππο την τουρκοκυπριακή οντότητα.
Είναι αυτονόητο ότι στο πλαίσιο μιας κοινά αποδεκτής λύσης θα πρέπει να διασφαλισθεί η δίκαιη και αντιπροσωπευτική συμμετοχή της τουρκοκυπριακής πλευράς στις αποφάσεις της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, αλλά αυτό απέχει πολύ από το να αποκτήσουν οι τουρκοκύπριοι θεσμική δυνατότητα παρακώλυσης της ομαλής λειτουργίας της Κύπρου και κατ’ επέκταση της Ε.Ε.
Η θέση της Τουρκίας και του επικεφαλής των Τουρκοκυπρίων Ερσίν Τατάρ για λύση δύο Κρατών είναι μία ανεδαφική λύση, η οποία απορρίπτεται όχι μόνο από Ελλάδα και Κύπρο, αλλά και από ΟΗΕ και ΕΕ.
Είναι αλήθεια ότι η πρόσφατη εκλογική ήττα του μετριοπαθούς τουρκοκύπριου ηγέτη Ακιντζί και η αντικατάστασή του από έναν εθνικιστή όπως ο Τατάρ, που λειτουργεί ως όργανο της τουρκικής κυβέρνησης στην Κύπρο, δυσχεραίνει τις προσπάθειες προσέγγισης προκαλώντας προβληματισμό.
Όμως η σαφής, ξεκάθαρη και αδιαπραγμάτευτη θέση της ελληνοκυπριακής πλευράς είναι η πιο πειστική απάντηση σε όσους προβληματίζονται για την πενταμερή, ιδίως με το επιχείρημα ότι σε μία διάσκεψη τεσσάρων κυρίαρχων κρατών Ελλάδας, Κύπρου, Μεγάλης Βρετανίας και Τουρκίας, η συμμετοχή της τουρκοκυπριακής κοινότητας ως πέμπτου μέρους θα μπορούσε να παρερμηνευθεί ως εν τοις πράγμασι αναγνώριση κρατικής οντότητας.
Ελλάδα και Κύπρος με αρραγή εθνική ομοψυχία προσέρχονται στην πενταμερή με αμετακίνητη θέση για ένα Κράτος με μία δημοκρατική, λειτουργική και ελεύθερη από ξένες παρεμβάσεις Ομοσπονδιακή Κυπριακή Δημοκρατία, με κατάργηση του αναχρονιστικού συστήματος των εγγυήσεων και των επεμβατικών δικαιωμάτων και ταχεία απόσυρση των κατοχικών στρατευμάτων.
Όπως ακριβώς και στις διερευνητικές επαφές με την Τουρκία για τον καθορισμό θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, προσερχόμαστε στην πενταμερή με ειλικρινή διάθεση, συγκρατημένη αισιοδοξία, αλλά και μηδενική αφέλεια, παρακολουθώντας στενά την αναθεωρητική στάση της Τουρκίας.
Δεν θα θέλαμε να επαναληφθεί το εξαιτίας της τουρκικής πλευράς ναυάγιο του Κραν Μοντανά ούτε η πενταμερής να δημιουργήσει απλώς την ψευδαίσθηση ενός βελτιωμένου κλίματος, με στόχο την αποφυγή επιβολής κυρώσεων στην Τουρκία από την Ε.Ε.. Αυτό που επιδιώκουμε είναι να γίνει το επόμενο βήμα.
Η Ελλάδα κατά τον τελευταίο χρόνο, υπογράφοντας συμφωνία οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με Ιταλία και Αίγυπτο, απέδειξε έμπρακτα ότι οι σχέσεις καλής γειτονίας και ο σεβασμός του διεθνούς δικαίου μπορούν να οδηγήσουν στην επίλυση ακόμη και διαφορών που χρονίζουν.
Ενόψει της πενταμερούς Αθήνα και Λευκωσία έχουν αποδείξει ότι εργάζονται συστηματικά για την προώθηση της ειρήνης, της σταθερότητας και της περιφερειακής συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή.
Η Τουρκία είναι αυτή που καλείται να αποδείξει όχι μόνο ότι σέβεται το διάλογο, το διεθνές δίκαιο και τις αποφάσεις του ΟΗΕ, αλλά και ότι αφήνει οριστικά πίσω της τις απειλές, τους εκβιασμούς και τις παράνομες ενέργειες.
* Η κα Ελίζα Βόζεμπεργκ είναι Ελληνίδα δικηγόρος και πολιτικός, ευρωβουλευτής με τη Νέα Δημοκρατία