Οι δημοσιογράφοι ρώτησαν για μια ακόμη φορά τον Κυριάκο Μητσοτάκη αν θα προσφύγει σε πρόωρες εκλογές.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου μετά τη Σύνοδο Κορυφής κλήθηκε να απαντήσει αν σχεδιάζει να στήσει πρόωρες κάλπες και εάν η ένταση με την Τουρκία επιτρέπει εκλογές και μάλιστα διπλές.
«Δεν έχω να προσθέσω τίποτα για το θέμα, νομίζω ότι έχω δώσει τις επαρκείς απαντήσεις σε συνεντεύξεις τις τελευταίες εβδομάδες», ήταν η απάντησή του.
Όσο για το εάν η φημολογία περί εκλογών το τελευταίο διάστημα έχει οδηγήσει τους υπουργούς της κυβέρνησης «να κατεβάσουν τα μολύβια», ο κ. Μητσοτάκης απάντησε: «Η κυβέρνηση συνεχίζει κανονικά τη δουλειά της, απερίσπαστη από την όλη φιλολογία που αναπτύσσεται και μάλιστα με ακόμη μεγαλύτερη μεταρρυθμιστική ένταση. Κανείς υπουργός δεν έχει κατεβάσει κανένα μολύβι και έχουμε ακόμη πλούσια δουλειά να κάνουμε. Καταλαβαίνω πως είναι πάρα πολύ δύσκολο να σας πείσω ότι δεν θα γίνουν εκλογές και ανασχηματισμός, καθώς γνωρίζω ότι αυτά είναι τα αγαπημένα θέματα στα οποία διαρκώς επανέρχεστε όταν δεν έχετε κάτι άλλο να με ρωτήσετε».
Δείτε την απάντηση Μητσοτάκη στο 9:39 λεπτό της συνέντευξης Τύπου
Υπενθυμίζεται ότι σε πρόσφατη συνέντευξή του στο capital, ο κ. Μητσοτάκης είχε ερωτηθεί εκ νέου και είχε απαντήσει ως εξής:
«Το έχω πει πολλές φορές ότι πρόθεσή μου είναι να εξαντλήσω την τετραετία, διότι θεωρώ ότι αυτό είναι το θεσμικά ορθό και επιβεβλημένο. Είχα πολλές “ευκαιρίες” να κάνω εκλογές σε μία περίοδο που οι δημοσκοπήσεις ήταν εξαιρετικά βολικές για τη Νέα Δημοκρατία και δεν το έκανα, διότι δεν μπορώ να βάζω στο ζύγι το κομματικό συμφέρον εις βάρος του εθνικού συμφέροντος.
Ταυτόχρονα όμως έχω πει ότι, ναι, μία παρατεταμένη προεκλογική περίοδος σε μεγάλη ένταση αντιπαράθεσης σίγουρα είναι κάτι το οποίο η χώρα δεν χρειάζεται. Κάνω και μία έκκληση προς όλους να μην οξύνουν τα πράγματα σε τέτοιο βαθμό που θα καταλήξουμε να έχουμε μία πολύ παρατεταμένη προεκλογική περίοδο μεγάλης έντασης, η οποία το μόνο που θα κάνει είναι να οξύνει την πολιτική αντιπαράθεση σε τέτοιο βαθμό που τελικά θα οδηγήσει πολίτες να μην ασχολούνται και να μην ενδιαφέρονται για τα πολιτικά τεκταινόμενα».