«Πρόκειται περί ενός απίστευτου ψέματος. Έχουμε ένα δημοσίευμα το οποίο παρουσιάζει μία σειρά από ονόματα τα οποία δήθεν ήταν υπό παρακολούθηση, χωρίς κανένα απολύτως αποδεικτικό στοιχείο ότι αυτό πράγματι συνέβαινε και χωρίς καμία απολύτως σύνδεση με εμένα προσωπικά, που κατηγορούμαι ότι είμαι ο «ιθύνων νους» αυτής της σκευωρίας», επεσήμανε ο Πρωθυπουργός μιλώντας στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του ΑΝΤ1 και στον Νίκο Χατζηνικολάου, απαντώντας για το περιβόητο δημοσίευμα σύμφωνα με το οποίο φέρεται να έχει δώσει εντολή για παρακολουθήσεις υπουργών, επιχειρηματιών και δημοσιογράφων.
Ο Πρωθυπουργός προσέθεσε «Υπάρχει Έλληνας ο οποίος να πιστεύει ότι μέσα σε όλα όσα έπρεπε να διαχειριστώ αυτά τα τελευταία 3,5 χρόνια, στον ελεύθερο χρόνο μου παρακολουθούσα τον Υπουργό Εξωτερικών, τον Υπουργό Οικονομικών, τις συζύγους Υπουργών μου; Είναι δυνατόν να πέφτει η πολιτική ζωή του τόπου τόσο χαμηλά και να καταγράφεται μια τέτοια κατηγορία χωρίς κανένα απολύτως στοιχείο; Εγώ σας ρωτώ, ποια είναι η δική μου άμυνα απέναντι σε ένα τέτοιο δημοσίευμα; Δεν υπάρχει καμία απόδειξη για αυτά τα οποία γράφονται. Και είναι ντροπή και αίσχος να εννοεί κάποιος ότι ο Πρωθυπουργός παρακολουθεί τον Υπουργό Εξωτερικών. Και άκρως επικίνδυνο. Κι επειδή εγώ δεν μπορώ να κάνω αγωγή στον κ. Βαξεβάνη όπως καταλαβαίνετε, δεν έχω κάνει ποτέ σε κανέναν, στηρίζομαι στη Δικαιοσύνη και στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, να ζητήσει διευκρινίσεις και αποδεικτικά στοιχεία».
«Αν αυτά δεν προσκομιστούν, τότε ο κ. Βαξεβάνης δεν θα είναι απλά συκοφάντης αλλά θα είναι εθνικά επικίνδυνος. Αλλά, βέβαια, εγώ δεν θα ασχοληθώ πολύ με τον κ. Βαξεβάνη, διότι ο κ. Βαξεβάνης είναι γνωστός. Έχει μια ιστορία. Είναι ο μόνος δημοσιογράφος ο οποίος εμπλέκεται ανοιχτά και με αποφάσεις αμερικανικού δικαστηρίου σε ροή ρωσικού χρήματος προς την πατρίδα μας. Πίσω από τον κ. Βαξεβάνη, κρύβεται ο κ. Τσίπρας. Μην έχετε καμία αμφιβολία ότι δική του είναι η στρατηγική να βουλιάξει τον τόπο στη λάσπη και σε μια απίστευτη συζήτηση, όπου πρέπει εμείς να αποδείξουμε ουσιαστικά ότι δεν είμαστε ελέφαντες και δεν πρέπει να αποδείξει αυτός ο οποίος μας κατηγορεί ότι οι κατηγορίες του στοιχειωδώς ευσταθούν» σημείωσε ο Πρωθυπουργός.
Συνεχίζοντας, ο Πρωθυπουργός ανέφερε πως «Ο κ. Βαξεβάνης είναι αυτός ο οποίος, το 2016, σε απόφαση αμερικανικού δικαστηρίου εμπλέκεται στη ροή 10 εκατομμυρίων δολαρίων από Ρώσο ολιγάρχη προς ελληνικό κέντρο, με σκοπό τη δημιουργία τηλεοπτικού δικτύου εκπομπών στην Ελλάδα. Ήταν ο δημοσιογραφικός υπεύθυνος αυτής της πρωτοβουλίας. Αυτά είναι δεδομένα και δεν αμφισβητούνται. Όμως εγώ δεν θα σταθώ στην ιστορία του καθενός. Θα την κρίνουν οι πολίτες. Δεν γίνεται η πολιτική αντιπαράθεση στον τόπο να πέφτει σε αυτό το επίπεδο. Να κατηγορείται ο Πρωθυπουργός ότι παρακολουθεί Υπουργούς του χωρίς καμία απολύτως απόδειξη. Είναι υπεύθυνος προσωπικά ο κ. Βαξεβάνης και όποιος τον κατευθύνει γι’ αυτή την απίστευτη κατάντια του τόπου».
«Ουδέποτε ισχυρίστηκα -και η κυβέρνηση δεν ισχυρίστηκε- ότι δεν υπάρχει παρακολούθηση και κέντρο το οποίο χειρίζεται το λογισμικό Predator. Αυτό είναι τελείως διαφορετικό από το να κατηγορείται ο Πρωθυπουργός ότι έχει ενορχηστρώσει αυτή την προσπάθεια. Είναι δύο τελείως διαφορετικά πράγματα. Εμείς από την πρώτη στιγμή δεχθήκαμε ότι υπάρχει πρόβλημα παράνομων λογισμικών στη χώρα και καλούμαστε αυτό το κουβάρι…» είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σημειώνοντας για τις υποκλοπές πως «Δεν γνωρίζω από ποιον γινονται. Και πρέπει να το μάθουμε. Για αυτό και εμείς θα είμαστε… Θα είμαστε η πρώτη χώρα η οποία θα ξεδιαλύνουμε αυτό το κουβάρι και θα ψηφίσουμε διάταξη η οποία θα απαγορεύει ρητά την πώληση τέτοιων λογισμικών στη χώρα μας. Δεν το έχει κάνει καμία άλλη χώρα. Όλες οι χώρες είχαν αντίστοιχα προβλήματα. Και δεν είμαστε σίγουροι ποιος μπορεί να διακινεί αυτά τα κέντρα. Αυτό για το οποίο είμαστε απολύτως βέβαιοι, είναι ότι η ΕΥΠ δεν ήταν αυτή. Kαι προφανώς εγώ δεν είχα καμία ανάμειξη. Άρα, να ξεχωρίσουμε τα δύο: προσωπική ευθύνη του Πρωθυπουργού σε παρακολούθηση στελεχών της κυβέρνησής του, όχι των πολιτικών του αντιπάλων, της κυβέρνησής του, δεν νοείται σε μια δημοκρατία».
«Είναι απαράδεκτοι αυτοί οι ισχυρισμοί. Αν με βλέπετε έτσι, ελαφρώς συγχυσμένο, για αυτό το θέμα νομίζω ότι μπορείτε να κατανοήσετε την αγανάκτησή μου. Εδώ και επτά χρόνια στοχοποιούμαι προσωπικά με διαρκείς επιθέσεις λάσπης. Γιατί; Γιατί έχω αναλάβει μία προσπάθεια να σύρω τη χώρα προς μία κατεύθυνση εκσυγχρονισμού. Προφανώς αυτή η προσπάθεια, κ. Χατζηνικολάου, έχει ενοχλήσει πολλούς και γι’ αυτό και χρησιμοποιούν όλα τα μέσα για να με πολεμήσουν με κάθε τρόπο και με κάθε σκοπό».
Σχετικά με τις μομφές προς την Κυβέρνηση ότι δεν ρίχνει άπλετο φως στη υπόθεση των παρακολουθήσεων, ο κ. Μητσοτάκης είπε πως ο πρώην Γενικός Γραμματέας του Πρωθυπουργού κατέθεσε στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας. Πήγαν στην Βουλή και στην Εξεταστική Επιτροπή εκπρόσωποι των εταιρειών που εμπορεύονται το κακόβουλο λογισμικό. Η Εθνική Αρχή Διαφάνειας έκανε έρευνα στις συγκεκριμένες εταιρείες και η έρευνα αυτή ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί».
«Από την πρώτη στιγμή που προέκυψε το θέμα αυτό, είπα «όλα στα φως». Με τον κ. Τσίπρα κάναμε συζήτηση προ ημερησίας για το θέμα αυτό στην Βουλή. Δεν έγινε Εξεταστική Επιτροπή για το ζήτημα αυτό; Δεν άλλαξε ο νόμος αμέσως για να προσθέσουμε δικλείδες ασφαλείας με δεύτερο Εισαγγελέα, του οποίου η υπογραφή θα απαιτείται για νόμιμες συνακροάσεις; Δεν είδε η ελληνική κυβέρνηση θεσμικά την Επιτροπή PEGA, όταν αντίστοιχη υποδοχή δεν της επιφύλαξε καμία άλλη κυβέρνηση; Εγώ από την πρώτη στιγμή ήμουν πολύ ειλικρινής και ανέλαβα τις ευθύνες μου. Άνθρωποι έφυγαν από τις θέσεις τους, διότι είχαν την πολιτική ευθύνη της εποπτείας αυτής της διαδικασίας. Και πρώτος εγώ είπα ότι ένα λάθος γίνεται πραγματικά λάθος όταν επαναλαμβάνεται. Διαπιστώσαμε κενά στα συστήματα αυτά και είμαστε έτοιμοι να τα διορθώσουμε», είπε ο Πρωθυπουργός.
Συνέχισε αναφέροντας «Όμως, από το να εντοπίζεται μία αδυναμία, η οποία έχει ευρωπαϊκή διάσταση -διότι παράνομα λογισμικά υπάρχουν σε όλη την Ευρώπη και πρέπει να σας διαβεβαιώσω ότι όλοι οι συνάδελφοι μου, όταν συνομιλούμε, έχουμε το ίδιο άγχος, πώς θα διαφυλάξουμε το απόρρητο των δικών μας επικοινωνιών- από το να περνάμε από αυτό το στάδιο μέχρι να δημοσιεύονται ονόματα χωρίς καμία απολύτως απόδειξη, αυτό είναι ο ορισμός της συκοφαντίας. Και να σας πω και κάτι ακόμα; Πριν με ρωτήσετε. Η περίπτωση Novartis ήταν ακριβώς η ίδια υπόθεση: «Σου είπα, μου είπες. Άκουσα. Κάποιος μου είπε». Καμία απόδειξη. Δέκα κρεμάστηκαν στα μανταλάκια για να αθωωθούν όλοι. Την ίδια ιστορία ξαναβλέπουμε από τους ίδιους ακριβώς υποκινητές, κ. Χατζηνικολάου.
Στο ερώτημα του Νίκου Χατζηνικολάου «γιατί διώξατε τον Γενικό Γραμματέα του Μαξίμου, τον κ. Δημητριάδη και τον επικεφαλής της ΕΥΠ αν η παρακολούθηση Ανδρουλάκη γινόταν νόμιμα; Μήπως γιατί ερχόταν από πίσω η «ουρά» του Predator;», ο Κυριάκος Μητσοτάκης απάντησε «διότι είχαν την πολιτική ευθύνη για ένα πλαίσιο παρακολουθήσεων στο οποίο, παρότι οι παρακολουθήσεις ήταν νόμιμες, δεν τηρήθηκαν οι διαδικασίες με τον τρόπο με τον οποίο προσωπικά θα απαιτούσα. Ανελήφθησαν, λοιπόν, οι πολιτικές ευθύνες. Απομακρύνθηκαν άνθρωποι. Διορθώνουμε τη λειτουργία της ΕΥΠ και προχωράμε μπροστά».
Συμπλήρωσε πως «Αν ο κ. Τσίπρας θέλει πραγματικά να πάμε στη Βουλή και να αναμετρηθούμε, έχει την ευκαιρία να το κάνει. Εάν πιστεύει ότι αυτή η κυβέρνηση δεν απολαμβάνει της κοινοβουλευτικής εμπιστοσύνης της πλειοψηφίας της Νέας Δημοκρατίας τον προκαλώ, σήμερα μάλιστα, να έρθει στη Βουλή να καταθέσει πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης. Να συζητήσουμε εφ’ όλης της ύλης, και για τα ζητήματα των παρακολουθήσεων, και ταυτόχρονα να μπορέσει και η Βουλή να τοποθετηθεί εάν εξακολουθεί να εμπιστεύεται αυτήν την κυβέρνηση και αυτόν τον Πρωθυπουργό. Και να είστε απολύτως σίγουρος ότι θα πάρει εκκωφαντική απάντηση. Διότι ένας παραπάνω σκοπός αυτής της άθλιας προσπάθειας συκοφάντησης είναι ακριβώς να διασπείρει διχασμό μέσα στην ίδια τη Νέα Δημοκρατία. Να μην αισθάνεται κάποιος σίγουρος για τις επικοινωνίες του, να φαντάζεται, να βλέπει όλων των ειδών τα φαντάσματα».
«Ξέρετε, μιλώ με τους Υπουργούς μου καθημερινά. Το γνωρίζετε. Είμαι ένας Πρωθυπουργός ο οποίος έχει ενεργή ανάμειξη στα της διακυβέρνησης. Μιλώ από το «τριψήφιο», εμπιστεύομαι τους Υπουργούς μου, αν είναι κάποιος Υπουργός που δεν εμπιστεύομαι, τον απομακρύνω από τη θέση του. Είναι δυνατόν -θέλω να καταλάβετε την οργή μου, κ. Χατζηνικολάου- να πιστεύει κάποιος σήμερα ότι κλείνω το τηλέφωνο όταν μιλάω με τον Υπουργό και ταυτόχρονα μπαίνω σε ένα υπολογιστή και εγώ παρακολουθώ με κάποιο τρόπο τις συνομιλίες των Υπουργών μου, των συζύγων τους. Και να λέγονται αυτά τα πράγματα χωρίς να υπάρχει καμία απολύτως απόδειξη;»
«Ένα κεκτημένο έχει διαφυλάξει η Μεταπολίτευση ως κόρη οφθαλμού, κι αυτό είναι την εναλλαγή στην εξουσία και την απόλυτη, αδιάβλητη διαδικασία διεξαγωγής των εκλογών. Αυτό το κεκτημένο σήμερα ο κ. Τσίπρας έρχεται και το αμφισβητεί. Την ίδια ακριβώς πρακτική ακολουθούν λαϊκιστές και σε άλλα μέρη του κόσμου, οι οποίοι προκειμένου να προεξοφλήσουν το εκλογικό αποτέλεσμα, εκ των προτέρων αμφισβητούν την ακεραιότητα των εκλογών. Αυτά είναι αδιανόητα πράγματα. Εγώ έχω μια υποχρέωση, μια θεσμική υποχρέωση και μια υποχρέωση απέναντι στη συνείδησή μου: να οδηγήσω τον τόπο με ασφάλεια προς τα εμπρός, να μην επιτρέψω στη χώρα να βουλιάξει σε αυτό τον άθλιο βούρκο στον οποίο κάποιοι επιδιώκουν να κινηθεί», είπε ο Πρωθυπουργός.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε ακόμη «είναι οι ίδιοι οι οποίοι όταν δεν ξέρουν τι να κάνουν, κάνουν αυτό το οποίο ξέρουν και ξέρουν να το κάνουν καλά: ο κ. Τσίπρας ξέρει να το κάνει πολύ καλά αυτό, να δυναμιτίζει τη ζωή του τόπου με τέτοιου είδους κατηγορίες. Εγώ λοιπόν οφείλω να οδηγήσω τη χώρα με ασφάλεια σε εκλογές και προφανώς δεν πρόκειται να δεχτώ καμία προϋπόθεση για να μπορέσουμε να κινηθούμε σε εκλογές πέραν αυτών που το Σύνταγμα ορίζει με απόλυτη ενάργεια και με απόλυτη καθαρότητα. Κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να εξιχνιάσουμε αυτή την ιστορία. Δεν είμαστε μόνοι μας. Παράνομα λογισμικά υπάρχουν 500 περίπου αυτή τη στιγμή στην αγορά. Υπάρχουν ξένες δυνάμεις που τα διαθέτουν. Υπάρχουν ενδεχομένως οικονομικοί παράγοντες και εντός της χώρας που θα τα διέθεταν, που τα διέθεταν ή που θα ήθελαν να τα διαθέτουν. Δεν είναι μια εύκολη υπόθεση η διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών».
«Αλλά το να ισχυρίζεται κάποιος ότι δεν μπορούμε να οδηγηθούμε σε εκλογές μέσα σε αυτή τη συνθήκη, σε ποιο συμπέρασμα ακριβώς μας οδηγεί; Να καταλάβω, δεν θα γίνουν εκλογές; Ή θα πρέπει να γίνουν εκλογές αύριο επειδή κάποιοι το ζητούν; Οι εκλογές θα γίνουν το ’23, στην ώρα τους. Εκλογές θα γίνουν, όπως έχω δεσμευτεί, στο τέλος της τετραετίας. Προσωπικά δεν πρόκειται να συρθώ σε πολιτικές εξελίξεις από κάποιους επαγγελματίες εκβιαστές οι οποίοι ακριβώς αυτό θέλουν να επιδιώξουν. Η χώρα έχει Σύνταγμα, η κυβέρνηση απολαμβάνει της εμπιστοσύνης της Βουλής. Εάν κάποιος αυτό το αμφισβητεί, δεν έχει παρά να πάει στην Βουλή και να ζητήσει από τη Βουλή να άρει την εμπιστοσύνη προς το πρόσωπό μου. Σε αυτή την περίπτωση θα πηγαίναμε σίγουρα σε εκλογές».
Σημείωσε ακόμη ότι «Από εκεί και πέρα οφείλουμε όλοι να κάνουμε αυτά τα οποία πρέπει για να ρίξουμε φως σε αυτή την υπόθεση. Εγώ ο ίδιος, όπως σας έχω πει, έχω αναγνωρίσει και σφάλματα και καθυστερήσεις και είμαι ο πρώτος ο οποίος έχει κάθε διάθεση να στείλει ένα σαφές μήνυμα ότι τέτοιες πρακτικές δεν πρόκειται άλλο να γίνουν ανεκτές στη χώρα μας. Αν πιστεύετε, όμως, ότι αυτό είναι μόνο ένα ελληνικό πρόβλημα κάνετε μεγάλο λάθος. Δυστυχώς είναι ένα πρόβλημα παγκόσμιο, το οποίο όλοι καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε και η τεχνική του αντιμετώπιση δεν είναι απλή υπόθεση».