• Αναζήτηση

Η συμβολή των Αλαγόνιων Πισινοχωριτών στην Επανάσταση του 1821

*της Μαριλένας Γυφτέα

Την περίοδο της Φραγκοκρατίας, οι σημερινές Τοπικές Κοινότητες Αλαγονίας, Αρτεμισίας, Καρβελίου, Λαδά, Πηγών και Νέδουσας ονομάζονταν «Πισινά Χωριά», καθώς, και σε σχέση με το Μυστρά που αποτελούσε το διοικητικό κέντρο της περιοχής, ήταν χτισμένες στο δυτικό (εκλαικευμένα πισινό) μέρος του Ταϋγέτου, ενώ ο Μυστράς στο ανατολικό (μπροστινό). Την ονομασία αυτή τη διατήρησαν μέχρι και το 1836, χρονιά που εντάχθηκαν στη Μεσσηνία.

Στο Μοναστήρι της Νέδουσας, το ιστορικό «Μαρδάκι», μόνασαν ηγούμενοι και μοναχοί από την περιοχή, Πραταίοι και άλλοι πολλοί που η παράδοση τους θέλει άριστους πρακτικούς γιατρούς, μιας και γνώριζαν πολύ καλά τις θεραπευτικές ιδιότητες των πλούσιων βοτάνων του Ταυγέτου.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Φιρμάνι του Σουλτάνου (πολύ πριν την Επανάσταση) που καλούσε τους γιατρούς της Επικράτειας να σώσουν τη βαριά άρρωστη κόρη του.

Στο «Μαρδάκι» λοιπόν τότε ήταν ηγούμενος ένας άριστος πρακτικός γιατρός, ο οποίος ειδοποιήθηκε, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και γιάτρεψε τελικά την κόρη του Σουλτάνου. Ο ίδιος, θέλοντας να αναταποδώσει το καλό που του έκανε, ρώτησε τον ηγούμενο με τί τρόπο θα μπορούσε να τον «ξεπληρώσει».

Η επιθυμία του μία και μοναδική: να βγάλει ο Σουλτάνος ανακοίνωση η οποία να ξεκαθαρίζει πως σε μεγάλη ακτίνα γύρω από το μοναστήρι, απαγορεύεται να πατήσει Τούρκος το πόδι του. Έτσι κι έγινε.

Μια κίνηση στρατηγικής σημασίας καθώς καθιστούσε την περιοχή άβατο για τους Τούρκους ενώ παράλληλα άφηνε το περιθώριο στους Κλέφτες να περνούν ανενόχλητοι και να κάνουν τις προεπαναστατικές τους συναντήσεις, βρίσκοντας ταυτόχρονα ένα υποτυπωδώς ασφαλές κατάλυμα.

Ας πάρουμε όμως τα γεγονότα από την αρχή:

Το 1814 ξεκινά στην Οδησσό η ίδρυση της Φιλικής εταιρείας και 4 χρόνια αργότερα η δράση της φθάνει στα Πισινά Χωριά, όπου βρίσκει γόνιμο έδαφος και εντάσσει στους κόλπους της, αρκετούς γόνους μεγάλων οικογενειών.

Χάρη στη δράση της Φιλικής Εταιρείας, οι Πισινοχωρίτες ξεκινούν από νωρίς να ετοιμάζονται για τον μεγάλο ξεσηκωμό.

Στα τέλη του Ιανουαρίου του 1821, ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος , εξουσιοδοτημένος από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, συγκαλεί μυστική συνέλευση κληρικών και προεστών στη Βοστίτσα, το σημερινό Αίγιο, με σκοπό να τους να τους πείσει πώς είχε έρθει η ώρα να επαναστατήσουν .

«Χίλιους Πισινοχωρίτες και Σαμπαζιώτες θα πάρω και άλλους τόσους Μανιάτες και θα κάνω την Επανάσταση, και όποιον πιάσουν χωρίς όπλα οι Τούρκοι ας τον θανατώσουν». Αυτά είπε και βρόντηξε απογοητευμένος το χέρι του στο τραπέζι ο «μπουρλοτιέρης» των ψυχών Παπαφλέσσας στην εν λόγω συνέλευση, καθώς ήταν αρκετοί εκείνοι που δεν έβλεπαν με καλο μάτι την έναρξη ενός τέτοιου αγώνα.

Και εκει… στα μέσα του Μάρτη του 1821, γίνεται το «θαύμα».

Και χρησιμοποιώ τη λέξη «θαύμα» καθώς γνωρίζουμε πολύ καλά πώς όταν μονοιάζουν οι Έλληνες είναι ανίκητοι.

Παρά τη μεταξύ τους μεγάλη έχθρα, ο Νικηταράς καλεί στο μοναστήρι τον Παπαφλέσσα και τον Αναγνωσταρά και συμφιλιώνονται για το καλό του Γένους.

Στο σημείο αυτό, να αναφερθώ στο Νικηταρά ή Νικήτα Σταματελόπουλο ή Τουρκοφάγο, ο οποίος γεννήθηκε στη Νέδουσα το 1782. Ένας από τους σημαντικότερους αγωνιστές της Επανάστασης του 1821, ανιψιός του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και ευρύτερα γνωστός σαν το δεξί του χέρι.

Γι αυτό και η δημώδης μούσα μάλιστα έλεγε: «Μπροστά πάει ο Νικηταράς, πίσω ο Κολοκοτρώνης».

O ίδιος, λακωνικός, αναφέρει στα απομνημονεύματά του:«Εγεννήθηκα εις ένα χωριό, Μεγάλη Αναστάσοβα, απεδώθε από το Μυστρά, προς Καλαμάτα. Ο προπάππος μου ήταν προεστός».

Κάποιος Σταματέλος λοιπόν, πρόγονός του, ήρθε σε ρίξη με τους Τούρκους και για να γλυτώσουν το κεφάλι τους έφυγαν πριν το 1821 και πήγαν να εγκατασταθούν στον Τουρκόλεκα. Σε αυτό αναφερόταν ο Πολυζώης Σταματέλος, γεννηθείς το 1874 στη Νέδουσα, που ήταν ψηλός, αδύνατος, μελαχρινός, με μεγάλο μουστάκι, και που στη συμπλήρωση των 100 χρόνων από την Επανάσταση, υποδύθηκε τον Νικηταρά στην αναπαράσταση της 23ης Μαρτίου στην Καλαμάτα.

Από αυτόν γνωρίζουμε και σήμερα πως οι παππούδες του Νικηταρά είχαν επαφές με τους Σταματελέους της Νέδουσας και οτι ο πατέρας του Νικηταρά έφερε τη γυναίκα του να γεννήσει στη συνοικία του χωριού που τη λέμε «Γυφτέικα» ακόμα και σήμερα, από το μελαχρινό χρώμα των Σταματελέων που έμεναν εκεί.

Γεννήθηκε λοιπόν ο Νικηταράς σε Σταματελέικο σπίτι και αυτό -όπως γνωρίζουμε από τη συνέχεια της ιστορίας- μόνο τυχαίο δεν ήταν…

Η Επανάσταση το Μάρτιο του 1821, βρίσκει τους Πισινοχωρίτες έτοιμους για το Μεγάλο Εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα απέναντι στους Οθωμανούς.

Στις 17 Μαρτίου, φτάνει στον Αλμυρό το πλοίο με το μπαρούτι που είχε σταλεί από τους Φιλικούς της Σμύρνης.

Την επόμενη μέρα ο Νικηταράς με τον Αναγνωσταρά, και ενώ βρίσκονται σε αυτό εδώ το Μοναστήρι, μαθαίνουν για το πλοίο.. Αμέσως, συγκεντρώνουν 250 Πισινοχωρίτες και Σαμπαζιώτες πολεμιστές με 200 ζώα, τους στέλνουν νύχτα στο λιμάνι του Αλμυρού, με σκοπό να εφοδιαστούν. Την επομένη, το μπαρούτι φτάνει στο Μαρδάκι και με χαρτί από την πλούσια βιβλιοθήκη του μοναστηριού, φτιάχνονται τα φυσέκια για τον Αγώνα.

Στις 20 του Μάρτη, όλα είναι πλέον έτοιμα.

Στη Βελανιδιά έχουν μαζευτεί 1600 παλληκάρια (κυρίως Αμφειείς , Γαραντζιώτες , Πισινοχωρίτες και Σαμπαζιώτες). Επικεφαλής των επαναστατών, ο Παπαφλέσσας , ο Αναγνωσταράς, ο Κεφάλας, ο Μητροπέτροβας και ο Νικηταράς.

Δυο ημέρες μετά, οι επαναστάτες πλησιάζουν την Καλαμάτα και στις 23 Μαρτίου μπαίνει πια στην πόλη ο Κολοκοτρώνης με τον Πετρόμπεη και τους Μανιάτες .

Ο Αρναούτογλου, μπροστά στην παρουσία των ισχυρών Ελληνικών δυνάμεων, ανήμπορος πλέον να αντιδράσει, αναγκάζεται να παραδοθεί αμαχητί.

Το γεγονός αυτό είναι η πρώτη πολεμική επιτυχία της επανάστασης.

Η είδηση της απελευθέρωσης της Καλαμάτας αλλά και του γενικού ξεσηκωμού στην Πελοπόννησο ανησυχεί τους Οθωμανούς και ο Χουρσίτ Πασάς, στέλνει τον Κεχαγιάμπεη με 3500 περίπου στρατιώτες για να ενισχύσει την άμυνα της Τριπολιτσάς.

Μετά την εξέλιξη αυτή και πιο συγκεκριμένα τον Απρίλιο του 1821, ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος, εκδίδει διάταγμα με το οποίο προβλέπεται η συγκρότηση ενός Σώματος Στρατού από Πισινοχωρίτες, προκειμένου να συμβάλει στις επιχειρήσεις εναντίον του Κεχαγιάμπεη.

Στις αρχές Ιουνίου 1821, οι επαναστατημένοι Έλληνες υπό την ηγεσία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη πολιορκούν στενά την Τριπολιτσά και την καταλαμβάνουν στις 23 Σεπτεμβρίου .

Μετά την άλωση, οι Πισινοχωρίτες γυρίζουν νικητές στα χωριά τους, φορτωμένοι πλούτο και λάφυρα από τους θησαυρούς του Χουρσίτ .

Ωστόσο, από το 1823 έως τις αρχές του 1825, η Επανάσταση δοκιμάζεται σκληρά, από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες. Προσωπικά συμφέροντα, διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα πρώτα χρόνια.

Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο το 1825 ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Κυβερνώντες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην Εθνική υπόθεση.

Μετά τις αλλεπάλληλες ήττες των Ελλήνων στη Μεσσηνία και κυρίως στο Μανιάκι, ο Ιμπραήμ προχωρά ανενόχλητος . Η ήττα αυτή ήταν οδυνηρή για την επανάσταση και η Μεσσηνία έμεινε απροστάτευτη και ουσιαστικά χωρίς ηγέτη.

Ο Νικηταράς κυνηγημένος στην Ηλεία, ο Αναγνωσταράς χάνεται στη Σφακτηρία, ο Παπαφλέσσας κείτεται νεκρός στο Μανιάκι και ο Κολοκοτρώνης φυλακή.

Στις 27 Μαΐου, οι πρώτοι Τουρκοαιγύπτιοι μπαίνουν στην Καλαμάτα. Οι 4000 ένοπλοι μαχητές που βρίσκονται στην πόλη αποχωρούν ενώ αρκετοί από τους κατοίκους καταφεύγουν στη Μάνη και τα Πισινά Χωριά για να σωθούν.

Ο Ιμπραήμ μετά την άλωση του Μεσολογγίου στις 11 Απριλίου 1826 , επιστρέφει στην Πελοπόννησο, επιχειρώντας να καθυποτάξει τις επαρχίες που αποτελούσαν τις βασικές εστίες αντίστασης και κυρίως την Καρύταινα και τη Μάνη ενώ ενα μήνα μετά και με 8000 περίπου άνδρες εισέρχεται σχεδόν ανενόχλητος στην Τριπολιτσά .

Στις 12 Μαΐου, στέλνει τη Φάλαγγα της εμπροσθοφυλακής, προκειμένου να κάνει αναγνώριση της κατάστασης που επικρατούσε στις δύσκολες διαβάσεις για τη Μεσσηνία.

Στα Δερβένια του Λεονταρίου όμως βρήκε μεγάλη αντίσταση από τις Δυνάμεις του Νικηταρά και αναγκάζεται να επιστρέψει .

Στις 15 Μαΐου εξορμάει με όλο του το στράτευμα και απλώνεται στον κάμπο ανάμεσα στην Καρύταινα και το Λεοντάρι .

Οι Πισινοχωρίτες και οι υπόλοιποι Έλληνες , προσπαθούν στη Θέση Μάνεση να ανακόψουν την πορεία των Τουρκοαιγυπτίων, αλλά δεν τα καταφέρνουν.

Ο έμπειρος Αλεξανδρόπουλος όταν φτάνει στη Μεγάλη Αναστάσοβα φροντίζει για τη μεταφορά των αμάχων σε αυτό εδώ το Μοναστήρι ενώ παράλληλα τοποθετεί τους άνδρες του αριστερά και δεξιά της στενής λεκάνης που είναι χτισμένο το χωριό.

Μέσα σ αυτό αφήνει λίγα άτομα μεγαλύτερης κυρίως ηλικίας για να υπερασπιστούν τα σπίτια τους .

Οι Τουρκοαιγύπτιοι, μόλις μπαίνουν στο χωριό και πέφτουν οι πρώτες τουφεκιές, αρχίζουν να βάζουν φωτιές για να υποχρεώσουν τους αμυνόμενους να παραδοθούν.

Τότε όμως δέχονται καταιγισμό πυροβολισμών από τις γύρω πλαγιές .

Επειδή η προσπάθεια τους να διαλύσουν τις περιφερειακές δυνάμεις των αμυνομένων δεν απέδωσε, τράπηκαν σε φυγή, φοβούμενοι μήπως καταφθάσει ο Νικηταράς και εγκλωβιστεί ολόκληρη η Φάλαγγα .

Τότε (21 ή 22 Μαΐου) έλαβε χώρα και η θυσία στη θέση «Χορηγόσκαλα».

Μια θυσία που δυστυχώς γνωρίζουν μόνο λίγοι ενώ θα έπρεπε να διδάσκεται στην ελληνική ιστορία σαν ακόμα μία εμβληματική ιστορική στιγμή αυτοθυσίας και πατριωτισμού.

Το Ζάλογγο, παρότι έχει αμφισβητηθεί αρκετές φορές, εξακολουθεί να αποτελεί μια πρότυπη πράξη ηρωισμού ενάντια στον κατακτητή. Ο τόπος μας ωστόσο, διαθέτει και άλλες παρόμοιες στιγμές αυτοθυσίας από Ελληνίδες που προτίμησαν τον θάνατο από την ατίμωση.

Άγνωστος λοιπόν αριθμός γυναικών με τα παιδιά τους και νεαρές κοπέλες, τρομοκρατημένες από την επιδρομή των Αιγυπτίων, προσπάθησαν να κατευθυνθούν για ασφάλεια προς τους ορεινούς όγκους που συνέδεαν την Αλαγονία με την περιοχή των Σαμπάζικων. Εκεί έγιναν αντιληπτές από τους διώκτες τους και είκοσι από αυτές περικυκλώθηκαν σε ένα σημείο που ονομαζόταν «Χορηγόσκαλα» καθώς από το σημείο αυτό λάμβαναν οι ντόπιοι κάτοικοι χορήγι, δηλαδή ασβέστη.

Τότε ξεκίνησε ένας άνισος αγώνας… οι γυναίκες με περίσσιο θάρρος πολέμησαν με κάθε μέσο που διέθεταν, ενώ, όταν αντιλήφθηκαν πως δεν θα απέφευγαν την ατίμωση, προτίμησαν να δώσουν ένα τραγικό τέλος στη ζωή τους πέφτοντας από τον γκρεμό.

Την κατάληξη αυτή διηγήθηκαν στον ίδιο τον Κολοκοτρώνη κάποιες γυναίκες, οι οποίες, πολεμώντας κι αυτές τους Αιγυπτίους, υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες της θυσίας των είκοσι περίπου ηρωικών Ελληνίδων.

Στη σύγκρουση αυτή, οι κατακτητές στη κατάφεραν να κάψουν τον Ενοριακό Ιερό Ναό της Αγίας Αικατερίνης, λίγα σπίτια, και να αφήσουν πίσω τους δυστυχώς μεγάλο αριθμό νεκρών.

Ύστερα από αυτή τη μάχη της Μεγάλης Αναστάσοβας, οι Πισινοχωρίτες εξακολουθούν να ενισχύουν τα διάφορα σώματα που αγωνίζονται σε ολόκληρη την Πελοπόννησο και την Στερεά, ενώ όσοι είχαν απομείνει επιστρέφουν μετά την τελευταία μάχη που πραγματοποιήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 1829 στην Πέτρα της Βοιωτίας .

Ερχόμενοι στο σήμερα, 200 χρόνια από την έναρξη της Επανάστασης, αναλογιζόμαστε την τιμή αλλά και τη μεγάλη ευθύνη της κληρονομιάς των προγόνων μας. Οι Έλληνες δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε πως οφείλουμε την Ελευθερία μας στους αγώνες και τις θυσίες όλων των αγωνιστών του 1821, μικρών και μεγάλων, ανδρών και γυναικών, επώνυμων και ανώνυμων.

Γνωρίζουμε πολύ καλά πως όταν είμαστε ενωμένοι κάνουμε θαύματα.. και όποιος έχει αμφιβολία ας ανατρέξει στο παρελθόν να δεί τί πραγματικά έγινε κάθε φορά που οι Έλληνες διχάστηκαν. Τα αποτελέσματα γνωστά.

Τα έθνη πρέπει να θυμούνται για να διδάσκονται είχε πει ο Θουκυδίδης κι εμείς θέλουμε όχι μόνο να μην το ξαναζήσουμε αλλά και να κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας για να μεταλαμπαδεύσουμε στις επόμενες γενιές τη σημασία της ενότητας.

Όποιες κι αν είναι οι δυσκολίες που περνά τούτος ο πολύπαθος τόπος, ξέρουμε βαθιά μέσα μας, πως στο τέλος η ψυχή του Έλληνα θα είναι αυτή που θα νικήσει.

 

 

Μαριλένα Γυφτέα

Πολιτικός Επιστήμονας – Δημοσιογράφος

Ροή Ειδήσεων