Αυτή τη στιγμή στα ελληνικά super market μπορεί να βρει κανείς περίπου 14.000 προϊόντα. Από σήμερα 50 από αυτά θα έχουν μία ειδική σήμανση, σύμφωνα με το πρόγραμμα «καλάθι του νοικοκυριού». Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας υποστηρίζει ότι με τον τρόπο αυτό οι πολίτες θα έχουν πρόσβαση σε βασικά αγαθά, ενώ ταυτόχρονα το μέτρο θα οδηγήσει σε αποκλιμάκωση των αυξήσεων. Κανείς δεν την πιστεύει. Η ίδια η κοινή λογική, η εμπειρία των καταναλωτών όλους αυτούς τους μήνες, η άποψη των επιχειρηματικών επιμελητηρίων και των καταναλωτικών ενώσεων, ακόμα και η γνωμοδότηση της αρμόδιας Ανεξάρτητης Αρχής, συγκλίνουν σε ένα συμπέρασμα: ότι πρόκειται για μια επικοινωνιακή φούσκα που δεν θα λύσει το πρόβλημα. Αντίθετα, όπως συχνά συμβαίνει με πρόχειρα και αποσπασματικά μέτρα, μπορεί να δημιουργήσει ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα. Να οδηγήσει δηλαδή στην περαιτέρω αύξηση των τιμών και στην επιβάρυνση των καταναλωτών.
Οι διαστάσεις της ακρίβειας παραπέμπουν σε ένα ορμητικό τσουνάμι. Εδώ και έναν και πλέον χρόνο οι τιμές αυξάνονται. Τους τελευταίους μήνες η κατάσταση έχει ξεφύγει. Υπάρχουν προϊόντα όπου οι ανατιμήσεις πραγματοποιούνται σε εβδομαδιαία βάση. Και υπάρχουν πολλοί καταναλωτές – το 95% σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Prorata1 – που θεωρούν ότι είναι αντιμέτωποι πια με φαινόμενα αισχροκέρδειας. Σε μια τέτοια συνθήκη, η κυβέρνηση επέλεξε να αντιμετωπίσει το τσουνάμι με ένα χάρτινο φράγμα. Αυτή η επιλογή είναι το αποτέλεσμα της συνειδητής άρνησής της να οχυρώσει την ελληνική οικονομία και να προχωρήσει σε αποφασιστικά μέτρα καταπολέμησης της ακρίβειας στα βασικά καταναλωτικά προϊόντα. Όχι στο ράφι, αλλά πριν φτάσουν σε αυτό.
Το πρώτο τέτοιο μέτρο είναι η σύγκρουση με τα καρτέλ της αισχροκέρδειας στην ενέργεια και στα τρόφιμα. Το έχουμε πλέον εμπεδώσει. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει αφήσει δίχως ελέγχους την αγορά και με ελλιπέστατη εφαρμογή της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού, ενώ ταυτόχρονα αντιμετωπίζει το εκρηκτικό πρόβλημα
του ενεργειακού κόστους με σκανδαλώδεις επιδοτήσεις αντί για τις αναγκαίες ρυθμιστικές παρεμβάσεις επιβολής πλαφόν και φορολόγησης των υπερκερδών. Το αποτέλεσμα είναι η ραγδαία αύξηση της τιμής των προϊόντων, ακόμα και για είδη πρώτης ανάγκης, η εξάντληση των υγειών επιχειρήσεων που νιώθουν να συνθλίβονται και η περαιτέρω επιβάρυνση του οικονομικού κλίματος, που σύμφωνα με το ΙΟΒΕ βρίσκεται πλέον σε χαμηλό 20μήνου2.
Το δεύτερο μέτρο αφορά την αποφασιστική μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα και του ΕΦΚ στην ενέργεια. Μία τέτοια κίνηση, που αποτελεί άλλωστε σύσταση της ΕΕ προς τα κράτη-μέλη, θα έδινε πραγματική ανάσα στους καταναλωτές. Το δημοσιονομικό κόστος είναι υποπολλαπλάσιο της μηνιαίας επιδότησης τής, κατά την Eurostat3, πιο ακριβής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη. Δυστυχώς όμως έχουμε μια κυβέρνηση που έχει επιλέξει να διανείμει το δημόσιο χρήμα στους ισχυρούς φίλους της και στη συνέχεια να δηλώνει ότι η μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα θα ευνοούσε μόνο τους εύπορους.
Θα ήταν αστειότητες, αν δεν επηρέαζαν τις ζωές εκατομμυρίων συμπολιτών μας. Αυτή τη στιγμή το καλό σενάριο για το «καλάθι του νοικοκυριού» είναι σύντομα να ξεχαστεί ως μία ακόμη κυβερνητική φούσκα. Το κακό σενάριο περιλαμβάνει την μετακύλιση του κόστους σε άλλα προϊόντα και την περαιτέρω επιβάρυνση εκείνων των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων που δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στον ανταγωνισμό με τις μεγάλες αλυσίδες. Το ευκταίο σενάριο, τους όρους τους οποίου διαμορφώνει η ίδια η πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα, προβλέπει ότι σύντομα η χώρα θα έχει μια άλλη κυβέρνηση. Μια προοδευτική κυβέρνηση που θα εξασφαλίσει το δικαίωμα των πολιτών σε αξιοπρεπή διαβίωση απαλλαγμένη από την καθημερινή ταπείνωση και τη βαθιά ανασφάλεια της ακρίβειας. Με τη λήψη άμεσων μέτρων αντιμετώπισης της ακρίβειας, με αποφασιστικές ρυθμιστικές παρεμβάσεις στην αγορά, με μια πολιτική λογική σύγκρουσης με τον πυρήνα της πληθωριστικής κρίσης.