Μεγάλες αλλαγές σε βασικά δομικά χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας αναδεικνύουν τα αποτελέσματα της απογραφής πληθυσμού που έγινε το 2021, τα οποία δημοσιοποιήθηκαν χθες από την Ελληνική Στατιστική Αρχή. Παράλληλα με τη μείωση του πληθυσμού (κατά 3,1% σε σχέση με το 2011), ο οποίος είναι όλο και περισσότερο γερασμένος –καταγράφεται αύξηση του αριθμού των ατόμων που ξεπερνούν τα 65 έτη και μείωση του αριθμού των μικρών παιδιών–, το μεγαλύτερο ποσοστό των νοικοκυριών αποτελείται από ένα ή έστω δύο το πολύ άτομα.
Τα διαζύγια και οι εν διαστάσει διαβιούντες αυξάνονται, ενώ το σύμφωνο συμβίωσης παρουσιάζει όλο και μεγαλύτερη δημοφιλία. Εξάλλου και ο πληθυσμός των νομίμων μεταναστών που βρίσκονται στη χώρα μειώθηκε ως σύνολο, ενώ παράλληλα άλλαξε και η σύνθεση των υπηκοοτήτων όσων διαμένουν στη χώρα.
Ενώ την τελευταία δεκαετία, 105.925 Αλβανοί και 40.473 Βούλγαροι φαίνεται να έφυγαν από την Ελλάδα, αντίστοιχα έφθασαν αρκετοί μετανάστες από την Ασία – Αφγανοί και Μπανγκλαντεσιανοί κυρίως.
Ειδικότερα, όπως αναδεικνύεται από τα στοιχεία της απογραφής, η Αττική συνεχίζει να αποτελεί πόλο έλξης για τους πολίτες εφόσον παρουσιάζεται, παρά τη γενική μείωση πληθυσμού, να συγκρατεί τον πληθυσμό της (μείωση 0,4% σε σχέση με την απογραφή του 2011). Σημαντική αύξηση πληθυσμού καταγράφεται στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου (6,1%) και μικρή, της τάξης του 0,2%, στην Κρήτη. Η μεγαλύτερη μείωση πληθυσμού καταγράφεται στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας (-10,3%).
Πιο πολλές οι γυναίκες
Ο μόνιμος πληθυσμός της Ελλάδας είναι 10.482.487 άτομα, μειωμένος κατά 3,1% σε σχέση με δέκα χρόνια νωρίτερα. Το 48,9% του πληθυσμού είναι άνδρες (5.125.977) και το 51,1% γυναίκες (5.356.510), γεγονός που μπορεί να αποδοθεί στο ότι οι γυναίκες έχουν μέσο όρο ζωής κατά πέντε χρόνια μεγαλύτερο από ό,τι οι άνδρες, σύμφωνα με τον Βύρωνα Κοτζαμάνη καθηγητή Δημογραφίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
Παράλληλα, αυξάνεται διαρκώς ο αριθμός των ατόμων που έχουν ξεπεράσει τα 80 έτη, φτάνοντας τα 766.043 άτομα σε σχέση με τα δεδομένα της προηγούμενης απογραφής, που άνω των 80 ετών ήταν 583.333 άτομα. Οπως αναδεικνύεται, ένας στους τρεις κατοίκους στη χώρα είναι άνω των 60 ετών. Αντίστοιχα παρουσιάζεται μείωση των παιδιών μικρής ηλικίας από 0-9 ετών, που από 1.049.839 στην προηγούμενη απογραφή είναι πλέον 878.491.
Τα νούμερα αυτά αποτελούν πυξίδες χάραξης πολιτικής, καθώς, όπως σημειώνουν κύκλοι του υπουργείου Εσωτερικών, τις επόμενες δεκαετίες θα μειώνεται ο αριθμός των εκπαιδευτικών που θα έχουμε ανάγκη, αλλά την ίδια στιγμή θα εκτοξεύονται οι ανάγκες για τη φροντίδα των ηλικιωμένων.
Παρά τη μείωση του πληθυσμού, αυξημένος κατά 4,8% εμφανίζεται ο αριθμός των νοικοκυριών που υπάρχει στην Ελλάδα σε σχέση με την προηγούμενη απογραφή. Συγκεκριμένα καταγράφηκαν 4.332.447 νοικοκυριά, με το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών το 32,3% (1.401.443 νοικοκυριά) να αποτελείται από ένα άτομο. Μάλιστα το 57,6% των μονοπρόσωπων νοικοκυριών είναι γυναίκες που μένουν μόνες και το 42,45% άνδρες. Το αμέσως επόμενο μεγαλύτερο ποσοστό των νοικοκυριών –το 28,4%, 1.232.487 νοικοκυριά– έχει δύο άτομα. Τελικά το 60% των ελληνικών νοικοκυριών αυτή τη στιγμή αποτελείται από ένα ή δύο άτομα. Τα μεγαλύτερα σε αριθμό ατόμων νοικοκυριά παρουσιάζουν μείωση σε σχέση με την προηγούμενη απογραφή: κατά 3,5% τα νοικοκυριά με τρία άτομα (789.288 νοικοκυριά), κατά 11,2% τα νοικοκυριά με τέσσερα άτομα –τα ζευγάρια με δύο παιδιά μειώνονται διαρκώς (645.032 νοικοκυριά)– ενώ τα νοικοκυριά με πέντε ή περισσότερα άτομα μειώθηκαν κατά 14,8%. Μόλις 264.197 νοικοκυριά έχουν πάνω από 5 άτομα που κατοικούν κάτω από την ίδια στέγη. Και όλα αυτά, παρά την οικονομική κρίση και παρά την τάση συμβίωσης για να περιοριστούν τα έξοδα λόγω ακρίβειας.
Τα διαζύγια και οι εν διαστάσει διαβιούντες αυξάνονται, ενώ το σύμφωνο συμβίωσης παρουσιάζει όλο και μεγαλύτερη δημοφιλία – Το 60% των ελληνικών νοικοκυριών αποτελείται από ένα ή δύο άτομα.
Η αύξηση των μονομελών νοικοκυριών έχει δύο παραμέτρους, σύμφωνα με τον κ. Κοτζαμάνη. «Από τη μια η αύξηση των μονομελών νοικοκυριών στην περιφέρεια συμβαίνει επειδή ο πληθυσμός γερνάει και συχνά πεθαίνει ένας εκ των δύο συζύγων, οπότε υπάρχουν πολλοί μεγάλοι άνθρωποι που μένουν μόνοι. Στην Αθήνα, ωστόσο, όπου ο πληθυσμός δεν είναι τόσο γερασμένος κατά μέσο όρο –σύμφωνα με τα στοιχεία–, ο κύριος λόγος που περισσότερα από ένα στα τρία νοικοκυριά αποτελούνται από ένα άτομο είναι «ότι πολλοί νέοι μένουν μόνοι τους».
Σημαντική μείωση της τάξης του 10,8% καταγράφεται στους ανθρώπους που δήλωσαν έγγαμοι (4.786.889), ενώ μεγάλη αύξηση της τάξης του 45,8% σημειώθηκε στους διαζευγμένους και αύξηση 62% σε όσους βρίσκονται σε διάσταση – με ό,τι κι αν σημαίνει αυτό γιατί δεν ξεκαθαρίζεται απολύτως στα ερωτηματολόγια της απογραφής.
Μείωση αλλοδαπών
Μειωμένος είναι και ο αριθμός των αλλοδαπών που διαμένει στη χώρα νόμιμα κατά περίπου 150.000, με την ποσοστιαία μείωση να είναι 16,1% σε σχέση με την προηγούμενη απογραφή. Στην Ελλάδα διαμένουν 765.598 αλλοδαποί και αποτελούν το 7,3% του νόμιμου πληθυσμού της χώρας.
«Ενδεχομένως κάποιοι από αυτούς που έμεναν εδώ για πολλά χρόνια να έχουν πάρει ελληνική υπηκοότητα», επισημαίνει ο κ. Κοτζαμάνης. «Αλλά αυτό το νούμερο είναι μικρό. Οι περισσότεροι που μετακινήθηκαν είναι οι Αλβανοί που είχαν πολλά χρόνια στην Ελλάδα και νόμιμα έγγραφα, οπότε αναζήτησαν καλύτερες θέσεις εργασίας στην Ιταλία αλλά και στην Αγγλία. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που έχει παρουσιαστεί μεγάλη έλλειψη εργατικού δυναμικού», σημειώνει ο πανεπιστημιακός. Οι Αλβανοί αποτελούν το 49% των νομίμων μεταναστών που βρίσκονται στην Ελλάδα (374.926 σε σχέση με 480.851 που είχαν καταγραφεί στην προηγούμενη απογραφή).
Δεύτερη χώρα προέλευσης για τους αλλοδαπούς που βρίσκονται στην Ελλάδα είναι η Βουλγαρία με 35.444 άτομα έναντι 75.917 στην προηγούμενη απογραφή. Την ίδια στιγμή, όμως, που ο συνολικός πληθυσμός των αλλοδαπών μειώθηκε, πολλαπλασιάστηκε ο πληθυσμός από χώρες της Ασίας και της Αφρικής. Το 2011 ο πληθυσμός από αυτές τις χώρες αποτελούσε το 13% του συνολικού πληθυσμού αλλοδαπών, ενώ τώρα έχει ανέβει στο 26%. Μεγάλο ποσοστό των αλλοδαπών κατοικεί στην Αττική, και συγκεκριμένα 344.851 άτομα, ωστόσο είναι 15,01% λιγότεροι από ό,τι πριν από δέκα χρόνια.
Σε όλες τις περιφέρειες της χώρας, με εξαίρεση το Νότιο Αιγαίο και την Κρήτη, καταγράφεται μείωση πληθυσμού. Η μεγαλύτερη μείωση πληθυσμού σημειώθηκε στην Περιφέρεια της Δυτικής Μακεδονίας (10,3%) και ακολουθεί η Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης με διαφορά -7,6% σε σχέση με το 2011, η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας (- 7,1%), η Περιφέρεια Πελοποννήσου (- 6,6%) και η Περιφέρεια Θεσσαλίας (-6,1%). Στην Ηπειρο ο πληθυσμός μειώθηκε 5%, στην Κεντρική Μακεδονία και τη Δυτική Ελλάδα 4,6% και στην Περιφέρεια Ιονίων νήσων 6%.
Μικρή είναι η μείωση του πληθυσμού στην Αττική (0,4%), «γεγονός που αποδεικνύει ότι η Αθήνα εξακολουθεί να ελκύει πληθυσμό εφόσον οπωσδήποτε κάποιοι έφυγαν τα τελευταία δέκα χρόνια», τονίζει ο κ. Κοτζαμάνης. Αύξηση της τάξης του 6,1% σημειώθηκε στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, που έχει πληθυσμό 327.820 άτομα. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι περίπου οι μισοί από αυτούς και συγκεκριμένα 130.479 άτομα είναι ηλικίας από 20-50 ετών. Το 11,2% του πληθυσμού αυτής της περιφέρειας είναι αλλοδαποί, 36.715 άτομα, και ο πληθυσμός των διαμενόντων αλλοδαπών μέσα στη δεκαετία σημείωσε σχετικά μικρή μείωση της τάξης του -2,7%. Οι περισσότεροι αλλοδαποί στο Νότιο Αιγαίο είναι Αλβανοί και συγκεκριμένα οι 21.590. Διαμένουν όμως και υπήκοοι από το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Ρουμανία, το Πακιστάν, την Ουκρανία, τη Γερμανία, την Ιταλία, τη Ρωσία και την Πολωνία.
Τέλος, μικρή αύξηση πληθυσμού καταγράφεται και στην Κρήτη, όπου ο συνολικός πληθυσμός φτάνει τα 624.408 άτομα. Στη συγκεκριμένη περιφέρεια το 8,2% των διαμενόντων είναι αλλοδαποί και συγκεκριμένα 50.986 άτομα, λιγότεροι κατά 19,5% από όσους διέμεναν το 2011.
«Φαίνεται ότι από το νησί έφυγαν αρκετοί αλλοδαποί που διέμεναν την προηγούμενη δεκαετία –όπως φαίνεται από τα στοιχεία κυρίως Αλβανοί και Βούλγαροι–, ωστόσο και πάλι αυξήθηκε έστω και οριακά ο πληθυσμός. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι είχαμε περισσότερες γεννήσεις ή μετακινήσεις Ελλήνων», τονίζει ο κ. Κοτζαμάνης, ένα στοιχείο το οποίο αξίζει να διερευνηθεί περαιτέρω. Ο αριθμός των ανθρώπων άνω των 80 στην Κρήτη έχει αυξηθεί σε 41.439 την τελευταία δεκαετία σε σχέση με την προηγούμενη απογραφή, στην οποία είχαν καταγραφεί 32.528 άτομα άνω των 80 ετών.
Πηγή: kathimerini.gr